Σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο, πιο αναλυτικά, για τους επανυπολογισμούς συντάξεων με αποχώρηση μετά τον Μάιο του 2016 και μέχρι 30/9/2019, τα ποσά αυξήσεων και αναδρομικών (μικτά) που θα λάβουν οι συνταξιούχοι, ανάλογα με τα έτη ασφάλισης και τον μέσο μισθό που είχαν πριν βγουν στη σύνταξη, διαμορφώνονται ως εξής:
Για συνταξιούχους με 38 χρόνια ασφάλισης και χαμηλούς μισθούς (π.χ. 1.070 ευρώ), η αύξηση του επανυπολογισμού με το νόμο Βρούτση είναι 63,5 ευρώ και η σύνταξη από τα 801 ευρώ διαμορφώνεται στα 865 ευρώ με αναδρομικά 1.771 ευρώ.
Με 38 έτη και για μεσαίους μισθούς των 1.540 ευρώ, η αύξηση είναι 91 ευρώ με αναδρομικά 2.548 ευρώ και η νέα σύνταξη ανεβαίνει στα 1.076 ευρώ από τα 985 ευρώ που είχε βγει με την αρχική απόφαση βάσει του νόμου Κατρούγκαλου.
Με 38 έτη και για υψηλότερους μισθούς στις 2.640 ευρώ, η αύξηση είναι 156 ευρώ, τα αναδρομικά 4.369 ευρώ και η νέα σύνταξη ανεβαίνει στα 1.570 ευρώ από τα 1.414 ευρώ που είχε βγει με την αρχική απόφαση βάσει του νόμου Κατρούγκαλου.
Για συνταξιούχους με 39 έτη ασφάλισης και χαμηλούς μισθούς (π.χ. 1.270 ευρώ), η αύξηση του επανυπολογισμού είναι 85 ευρώ και η σύνταξη από τα 902 ευρώ διαμορφώνεται στα 987 ευρώ με αναδρομικά 2.368 ευρώ.
Με 39 έτη και για μισθούς των 1.770 ευρώ, η αύξηση είναι 118 ευρώ, τα αναδρομικά 3.301 ευρώ και η νέα σύνταξη ανεβαίνει στα 1.224 ευρώ από 1.106 ευρώ που είχε βγει με την αρχική απόφαση βάσει του νόμου Κατρούγκαλου.
Με 39 έτη και μισθούς στα 2.640 ευρώ, η αύξηση είναι 176 ευρώ, τα αναδρομικά 4.923 ευρώ και η νέα σύνταξη ανεβαίνει στα 1.637 ευρώ από τα 1.461 ευρώ που είχε βγει με την αρχική απόφαση βάσει του νόμου Κατρούγκαλου.
Συνταξιούχοι που αποχώρησαν με 40 έτη ασφάλισης και μέσο όρο μηνιαίων μισθών από το 2002 και μετά στα επίπεδα των 1.335 ευρώ θα πάρουν με τον επανυπολογισμό σύνταξη στα 1.052 ευρώ από τα 955 ευρώ που έχουν τώρα, με αύξηση κατά 96 ευρώ και αναδρομικά 2.695 ευρώ.
Για συνταξιούχους με 40 έτη και μισθούς 2.150 ευρώ, η αύξηση του επανυπολογισμού είναι 155 ευρώ, τα αναδρομικά 4.340 ευρώ και η νέα σύνταξη ανεβαίνει στα 1.459 ευρώ από τα 1.304 ευρώ που είχε βγει με την αρχική απόφαση βάσει του νόμου Κατρούγκαλου.
Συνταξιούχοι που αποχώρησαν με 40 έτη ασφάλισης και μέσο όρο μηνιαίων μισθών από το 2002 και μετά στα επίπεδα των 2.640 ευρώ θα πάρουν με τον επανυπολογισμό σύνταξη 1.704 ευρώ (μικτά) από τα 1.514 ευρώ που έχουν τώρα, με αύξηση κατά 190 ευρώ και αναδρομικά 5.330 ευρώ, εφόσον αποχώρησαν πριν από την 1η/10/2019 και ο επανυπολογισμός της σύνταξής τους εκκρεμεί.
Για συνταξιούχους με 40,6 έτη και τον ίδιο μισθό εξόδου με τη 40ετία, δηλαδή με 2.640 ευρώ, η αύξηση του επανυπολογισμού βγαίνει μικρότερη στα 171 ευρώ, με τη σύνταξη στα 1.711 ευρώ αντί 1.540 ευρώ που ήταν με το νόμο 4387, ενώ τα αναδρομικά για 28 μήνες αναμονής επανυπολογισμού βγαίνουν στις 4.775 ευρώ.
Τι γίνεται με τις αυξήσεις μετά τα 42 έτη και πότε μπαίνει προσωπική διαφορά
Προσοχή: Μετά τη 40ετία οι αυξήσεις είναι μικρότερες.
Ο λόγος που αρχίζουν να μικραίνουν είναι γιατί με το νόμο Βρούτση από τα 30,1 έτη και μετά οι συντελεστές αυξάνονται προοδευτικά πιο πάνω από του νόμου Κατρούγκαλου και από τα 36 ως τα 40 έτη για κάθε έτος παραμονής δίδεται η μέγιστη προσαύξηση 2,55% κατ’ έτος, με το ποσοστό αναπλήρωσης να φτάνει στο 50,01%. Ομως, μετά την 40ετία η προσαύξηση πέφτει από 2,55% στο 0,5% και προστίθεται στο ποσοστό αναπλήρωσης 50,01% που έχουν ήδη κατοχυρώσει οι ασφαλισμένοι μέχρι τα 40 χρόνια.
Με το νόμο Κατρούγκαλου η προσαύξηση πήγαινε με βήμα 2% κατ’ έτος μετά την 40ετία και το παλιό ποσοστό αναπλήρωσης, που ήταν 42,8%, έπαιρνε ένα 2% επιπλέον κάθε χρόνο. Η διαφορά αυτή (0,5% έναντι 2%) στην ετήσια προσαύξηση των ετών παραμονής στην ασφάλιση μετά τα 40 έτη οδηγεί σταδιακά σε σύγκλιση των δύο ποσοστών.
Ο νόμος Βρούτση δίνει καλές αυξήσεις, μέχρι και τα 42-43 έτη, ενώ από τα 44 έτη και 10 μήνες υπερέχει ο νόμος Κατρούγκαλου. Για παράδειγμα, στα 40 έτη το ποσοστό αναπλήρωσης του νόμου Βρούτση είναι 50,01%, στα 41 έτη πάει στο 50,51%, στα 42 πάει στο 51,01%, στα 44 έτη είναι 52,01% και στα 45 έτη είναι 52,51%.
Αντίστοιχα, ο νόμος Κατρούγκαλου είχε 42,8% στα 40 έτη, και συνέχισε με προσαύξηση 2% ανά έτος, με ποσοστό 44,8% στα 41 έτη, 46,8% στα 42 έτη, 50,8% στα 44 έτη και 52,8% στα 45 έτη.
Ακόμη και με αυτή τη σύγκριση όμως όσοι έχουν συνταξιοδοτηθεί επί νόμου Κατρούγκαλου με περισσότερα από 45 έτη θα τύχουν επανυπολογισμού, αλλά δεν θα έχουν μείωση σύνταξης, καθώς το ποσό που θα υπολείπεται της σύνταξης που πήραν με τα ποσοστά του Νόμου 4387 θα συνεχίσει να καταβάλλεται ως προσωπική διαφορά του Νόμου 4670.
Για παράδειγμα, συνταξιούχος αποχώρησε το 2018 με 47 χρόνια στο Δημόσιο και μισθό έστω στις 2.300 ευρώ. Η σύνταξή του υπολογίστηκε με το νόμο Κατρούγκαλου και με ποσοστό αναπλήρωσης για τα 47 έτη, που είναι 56,8%, και βγήκε η μεν ανταποδοτική στα 1.306 ευρώ και σύνολο με τα 384 ευρώ της εθνικής στα 1.690 ευρώ.
Με το νόμο Βρούτση, η σύνταξη θα επανυπολογιστεί με ποσοστό αναπλήρωσης 53,51% και η νέα ανταποδοτική θα είναι 1.231 ευρώ, ενώ μαζί με την εθνική το σύνολο θα είναι 1.615 ευρώ.
Η μείωση σε σχέση με την αρχική σύνταξη είναι 75 ευρώ (1.690-1615=75) και αυτά τα 75 ευρώ θα καταβάλλονται στον συνταξιούχο ως προσωπική διαφορά ώστε να μην πέσει κάτω από τα 1.690 ευρώ.
Σημείωση: Μέσος όρος μηνιαίων αποδοχών ασφαλισμένου από το 2002 ως τη συνταξιοδότηση. Παλιά σύνταξη: Με ποσοστά νόμου Κατρούγκαλου (Ν.4387/2016). Νέα σύνταξη: Με ποσοστά νόμου Βρούτση (Ν. 4670/2020). Ποσά συντάξεων μικτά προ κρατήσεων και προ φόρου.