Η οικονομική -διαχειριστική εικόνα της νικελοβιομηχανίας Λάρκο οδηγεί σε δύο δρόμους: είτε σε αναστολή λειτουργίας, είτε να βρεθεί αξιόπιστος επενδυτής που θα βάλει λεφτά για να την «αναστήσει»Η εταιρεία έχει αρνητικά ίδια κεφάλαια 300 εκατ ευρώ, συνολικές οφειλές 600 εκατ ευρώ, υποχρέωση ανάκτησης 136 εκατ ευρώ για κρατικές ενισχύσεις, άμεση ανάγκη επενδύσεων εκσυγχρονισμού και βελτίωσης του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος.
Η Λάρκο διαχρονικά, από όταν πέρασε από τον όμιλο Μποδοσάκη στο ελληνικό δημόσιο το 1980 και από το 1989 όταν ιδρύθηκε η νέα Λάρκο μετά την εκκαθάριση της παλαιάς εταιρείας, απολάμβανε μια ιδιότυπη ασυλία από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Παρά το γεγονός ότι εισέπραττε λιγότερα σε σχέση με ότι ξόδευε και τα ελλείμματα βάρυναν τον κρατικό προϋπολογισμό καμία κυβέρνηση δεν τόλμησε ποτέ να αναλάβει πρωτοβουλίες εξυγίανσης. Αντιθέτως, η εταιρεία έπεσε θύμα µικροκοµµατικών συµφερόντων µε διοικήσεις που διορίστηκαν, όχι για να παράξουν έργο, αλλά για την αργοµισθία. Καμιά κυβέρνηση και καμιά διοίκηση δεν προχώρησε στις απαραίτητες επενδύσεις, ώστε η επιχείρηση να καταστεί ανταγωνιστική σε σχέση µε τις διεθνείς νικελοβιομηχανίες. Η αδράνεια αυτή εκτός από τραγικές συνέπειες στην οικονομία συνέβαλε στην αύξηση των εργατικών ατυχημάτων αλλά και στη μόλυνση του περιβάλλοντος από τους αέριους ρύπους και τα υγρά απόβλητα των εργοστασίων. Ακόμη και η ΔΕΗ που ήταν αυστηρή με μικρές επιχειρήσεις και νοικοκυριά δεν απείλησε ποτέ με το τράβηγμα της πρίζας τον μεγαλύτερο οφειλέτη της. Δύο διαγωνισμοί πώλησης που εκκίνησαν το 2009 και το 2012 δεν είχαν αποτέλεσμα αφού ο πρώτος ναυάγησε λόγω των πρόωρων εκλογών και ο δεύτερος από τις αντιδράσεις των εργαζόμενων και τον κομμάτων που έβαλαν φρένο «στο ξεπούλημα της κραταιάς βιομηχανίας».
Δύο παράλληλοι διαγωνισμοί για την πώληση της Λάρκο
Η σημερινή κυβέρνηση έχοντας αντιληφθεί τη βραδυφλεγή βόμβα που έχει στα χέρια της και υπό το βάρος των περιβαλλοντικών προστίμων και της υποχρέωσης ανάκτησης των κρατικών ενισχύσεων που απαιτεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει δρομολογήσει την πώληση της εταιρείας μέσα από δύο παράλληλους διαγωνισμούς. Αυτόν του ΤΑΙΠΕΔ που αφορά στη μακροχρόνια μίσθωση του εργοστασίου της Λάρκο στη Λάρυμνα, των μεταλλείων στη Λάρυμνα και το Λούτσι και των μεταλλευτικών δικαιωμάτων, και αυτόν του Ειδικού Διαχειριστή για την πώληση των μεταλλείων Εύβοιας, Φθιώτιδας και Βοιωτίας, Καστοριάς, των αποθεμάτων και του κινητού εξοπλισμού.
Τρία ενδιαφερόμενα σχήματα έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον (η κοινοπραξία ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και AD Holdings, o Mυτιληναίος και η ιρλανδική Commodity & Mining Insight) ) και κυβέρνηση κλείνει τη μία μετά την άλλη τις εκκρεμότητες του διαγωνισμού με την προσδοκία και τα τρία ενδιαφερόμενα σχήματα να προχωρήσουν το αμέσως επόμενο διάστημα στην υποβολή δεσμευτικών οικονομικών προσφορών.
Με την τελευταία τροπολογία του υπουργείου οικονομικών νομιμοποιούνται όλα τα αυθαίρετα της Λάρκο (εργοστάσια, οικισμοί κ.α.) χωρίς πρόστιμα. Τέλος Φεβρουαρίου θα απολυθεί σχεδόν το σύνολο των 1.000 εργαζομένων, εκτός από το προσωπικό ασφαλείας, ώστε ο επενδυτής να επιλέξει ο ίδιος πόσους εργαζόμενους θα επαναπροσλάβει, ενώ είναι σχεδόν έτοιμη η Απόφαση Εγκρισης Περιβαλλοντικών Αδειδοδοτήσεων (ΑΕΠΟ) από το Υπουργείο Ενέργειας, ώστε να γνωρίζουν οι επενδυτές τις δεσμεύσεις που θα αναλάβουν αν πλειοδοτήσουν.
Απαραίτητες οι επενδύσεις εκσυγχρονισμού στα εργοστάσια
Σημειώνεται πως με την ιδιωτικοποίηση της εταιρείας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παύει να απαιτεί ανάκτηση των ενισχύσεων ύψους 136 εκατ. ευρώ. Αυτό όμως είναι μία πτυχή. Η εταιρεία για να ανακάμψει χρειάζεται άμεσα επενδύσεις τουλάχιστον 250 εκατ. ευρώ που μόνο ένας ιδιώτης επενδυτής μπορεί να χρηματοδοτήσει. Πρόκειται για επενδύσεις που έχουν καθυστερήσει, είναι επιβεβληµένες και όταν υλοποιηθούν θα µειώσουν το κόστος λειτουργίας της επιχείρησης. Μεταξύ αυτών είναι η επέκταση του λιµανιού στο εργοστάσιο της Λάρυµνας και περιβαλλοντικές επενδύσεις. Οπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, η εταιρεία είχε ανελαστικά έξοδα που ήταν η μισθοδοσία (40.000 ο μέσος ετήσιος μισθός) και το υψηλό ενεργειακό κόστος. Αν ο επενδυτής πάρει «καθαρή» την εταιρεία με το προσωπικό που επιθυμεί και προχωρήσει σε επενδύσεις που θα αυξήσουν την παραγωγική ικανότητα και απόδοση μπορεί ο κοιμώμενος γίγαντας να ξυπνήσει. Η Λάρκο ήταν για πολλές δεκαετίες η «ναυαρχίδα» του οµίλου Μποδοσάκη και το νικέλιο, τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, εθεωρείτο ένας από τους «πυλώνες» της ελληνικής βιοµηχανίας. Αλλωστε, η «ταλαιπωρημένη» εταιρεία συγκεντρώνει σειρά πλεονεκτηµάτων που δύσκολα µπορεί να αγνοηθούν.
Στα ύψη οι τιμές του νικελίου λόγω των ηλεκτρικών αυτοκινήτων
Συγκαταλέγεται µεταξύ των πέντε µεγαλύτερων παραγωγών σιδηρονικελίου στον κόσµο και εξάγει το σύνολο της παραγωγής της. Διατηρεί καθετοποιηµένες εγκαταστάσεις (τέσσερα ορυχεία που βγάζουν το µετάλλευµα και εργοστάσιο όπου παράγεται το σιδηρονικέλιο), το νικέλιο που παράγει δεν έχει άνθρακα και κυρίως έχει αποθέµατα για αρκετά ακόμη χρόνια. Ολοι οι παραγωγοί ανοξείδωτου χάλυβα, όπως οι: Thyssen-Krupp, Acerinox, Glencore, Avesrapolarit, χρησιμοποιούν στα εργοστάσιά τους κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο της Λάρκο. Αλλη μια σημαντική εξέλιξη που θα αποτελέσει δέλεαρ για τους επίδοξους επενδυτές είναι η εκτίναξη των τιμών του νικελίου στα 25.000 δολάρια ο τόνος καθώς η ζήτηση για νικέλιο από την αυτοκινητοβιομηχανία για την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων δεν έχει προηγούμενο.