Μάκης Βορίδης / Αλλαγή εκλογικού νόμου, εκλογές, συγκυβέρνηση: Τίποτα από αυτά.

Στον δημόσιο διάλογο έχουν αρχίσει και τίθενται συχνά αυτά τα ερωτήματα. Τι κι αν λαμβάνουν σχεδόν μονότονα απολύτως ταυτόσημες απαντήσεις από τον πρωθυπουργό και το σύνολο των κυβερνητικών στελεχών και βουλευτών: εκλογές στη συνταγματικά καθορισμένη τετραετία, με το εκλογικό σύστημα που έχει ήδη ψηφιστεί από την παρούσα κυβέρνηση, στις οποίες η Νέα Δημοκρατία θα διεκδικήσει την αυτοδυναμία. Οι ερωτήσεις επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά και ξανά. Η επανάληψή τους υπονοεί κάτι διαφορετικό από αυτό που διατυπώνουν τα κυβερνητικά στελέχη: ότι δήθεν υπάρχει κάποιος λόγος για να γίνουν πρόωρες εκλογές, κάποιος λόγος για την αλλαγή του εκλογικού συστήματος και κάποιος λόγος για να συζητάμε σενάρια συγκυβέρνησης.Πρόωρες εκλογές, λένε: Το ζητάει η αξιωματική αντιπολίτευση: προφανώς αδιάφορος για την κυβέρνηση λόγος, άσε που ο κ. Τσίπρας το ζητάει όχι για να κερδίσει, αλλά γιατί ανησυχεί μήπως αρχίσει και βλέπει δημοσκοπικά την τρίτη θέση πίσω από το ΚΙΝ.ΑΛ. Ο πρωθυπουργός, όμως, γιατί να το αποφασίσει; Εχει πανίσχυρη και αδιατάρακτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και έχει επιτύχει κάτι πρωτοφανές: επί 2 1/2 χρόνια διατηρεί δημοσκοπικό προβάδισμα από την αξιωματική αντιπολίτευση άνω των 10 μονάδων σχεδόν σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Θα πει κάποιος, τώρα όμως δημοσκοπικό πιέζεται ‘ πιέζεται δήθεν γιατί το 12% έγινε σε μια μέτρηση 9% μετά την κακοκαιρία και εν μέσω ενεργειακής κρίσης.Και όμως, αυτή η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι αυτή η διαχείριση δύσκολων κρίσεων είναι που της επιτρέπει να οικοδομεί μια σχέση βαθιάς εμπιστοσύνης με τον λαό. Σε καμιά κυβέρνηση δεν έτυχαν τόσα: Οργάνωση εισβολής παράνομων μεταναστών από την Τουρκία, τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο, πανδημία, πρωτοφανή καιρικά φαινόμενα, με τις καταστροφές που τα συνοδεύσαν, και τώρα παγκόσμια ενεργειακή κρίση. Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση διαχειρίστηκαν τις περισσότερες από τις κρίσεις αυτές με επιτυχία, ανέλαβαν την ευθύνη εκεί που η διαχείριση ήταν λιγότερο επιτυχής, έβαλαν στόχο τη βελτίωση του κράτους και διατήρησαν τις προσδοκίες υψηλά. Αυτό αναγνωρίζεται και από την Κοινοβουλευτική του Ομάδα, που αρραγής στηρίζει τον πρωθυπουργό, αλλά και από την κοινωνία, καθώς δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο |- κυβέρνηση μετά από 2,5 χρόνια να διατηρεί τόσο μεγάλη δημοσκοπική διαφορά.Η κυβέρνηση έχει μπροστά της την αντιμετώπιση της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, την επίτευξη της λήξης της μνημονιακής ενισχυμένης εποπτείας το καλοκαίρι του 2022, τη διεκδίκηση της επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα το 2023, την αύξηση του κατώτατου μισθού και την ενίσχυση της μεταρρυθμιστικής της προσπάθειας σε όλα τα επίπεδα. Εχει πολλή δουλειά και κανέναν λόγο για να κάνει πρόωρες εκλογές.Οσο για την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, θα ήταν βαθιά αντιφατικό η κυβέρνηση αυτή να αλλάξει τον εκλογικό νόμο που η ίδια ψήφισε, για να μειώσει το όριο της αυτοδυναμίας κατά 2 μονάδες. Δεν θα χρειαστεί αυτή τη μείωση, αλλά και για τους πιο απαισιόδοξους το πλήγμα στην αξιοπιστία της θα ήταν τέτοιο που θα της κόστιζε, εξανεμίζοντας το όποιο προσδοκώμενο όφελος.Η συζήτηση για τις συνεργασίες αποκαλύπτει ενδεχομένως τον πραγματικό λόγο, το πραγματικό κίνητρο όλων αυτών των συζητήσεων: ένα τμήμα του επιχειρηματικού κατεστημένου προφανώς θα προτιμούσε έναν πιο αδύναμο Μητσοτάκη, έναν Μητσοτάκη που δεν θα στηριζόταν στη δική του Κοινοβουλευτική Ομάδα, αλλά θα έπρεπε να κρατά πολλαπλές ισορροπίες και να δέχεται πολλαπλές πιέσεις. Μια τέτοια κυβέρνηση θα ήταν πιο αργή, λιγότερο αποτελεσματική, αλλά και πιο εύκολη στους συμβιβασμούς.Ο λαός μας όμως έχει εμπειρία από συγκυβερνήσεις: Εζησε και την καταστροφική συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, είδε και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς αλλά και ο Ευάγγελος Βενιζέλος, όταν προσπαθούσαν να διαχειριστούν τα πιο δύσκολα προβλήματα και ταυτόχρονα τις πιο διαφορετικές κομματικές λογικές. Ενα από τα στοιχεία που ενισχύουν την αποτελεσματική διακυβέρνηση είναι ακριβώς η πολιτική και προγραμματική συνοχή, είναι η καθαρή εντολή του λαού να εφαρμοστεί ένα συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα και όχι ένας συμβιβασμός ανάμεσα σε δύο ή τρία τέτοια προγράμματα. Αφήνω στην άκρη που τα συγκυβερνητικά σενάρια, έτσι όπως είναι σήμερα διαμορφωμένο το πολιτικό σκηνικό, είναι σενάρια επιστημονικής φαντασίας: Συγκυβέρνηση Ν.Δ.- ΣΥΡΙΖΑ μόνο ως αστείο μπορεί να ακούγεται, με δεδομένο το αξιακό. ηθικό, πολιτικό, προγραμματικό και αισθητικό χάος που χωρίζει τα δύο κόμματα, όπως ορθά το έθεσε ο πρωθυπουργός.Προοδευτική διακυβέρνηση μπορεί να γίνει μόνο αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα, κάτι που δεν το πιστεύει ούτε ο ίδιος ο Τσίπρας. Αλλά φανταστείτε και να γινόταν: ΣΥΡΙΖΑ – ΚΙΝ.ΑΛ. – ΜέΡΑ25, ίσως και ΚΚΕ. Αυτό δεν είναι πολιτικό σενάριο, είναι το πρόσωπο της δυστοπίας.Τότε τι; Συγκυβέρνηση Ν.Δ. – ΚΙΝ.ΑΛ., την ώρα που, ανεξαρτήτως των υπαρκτών προγραμματικών ζητημάτων, ο κ. Ανδρουλάκης θα φιλοδοξεί να διεκδικήσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον χώρο της Κεντροαριστεράς και να νικήσει τον ΣΥΡΙΖΑ και ήδη διαγωνίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ για το ποιος είναι πιο αντιδεξιός.Η αλήθεια είναι μία και είναι απλή: η χώρα ανακάμπτει. Μετά τη δεκαετία της πτώχευσης και τα αριστερά, καταστροφικά πειράματα, η πατρίδα μας ανακτά τη διεθνή εμπιστοσύνη, τον γεωπολιτικό της ρόλο, οικοδομεί πανίσχυρες αμυντικές συμμαχίες, αναπτύσσεται οικονομικά και ξανακερδίζει το χαμένο της ΑΕΠ, ψηφιοποιείται, μεταρρυθμίζεται θεσμικά. Δεν χρειάζονται ούτε πρόωρες εκλογές ούτε παιχνίδια με το εκλογικό σύστημα, αλλά να συνεχίσει την πορεία της. Και αυτό γίνεται με έναν τρόπο: με ισχυρή κυβέρνηση Μητσοτάκη, με ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία Νέας Δημοκρατίας. Αυτή που υπάρχει τώρα, αυτή που θα επιβεβαιωθεί όταν γίνουν εκλογές.