Ποιος σκότωσε τη ΛΑΡΚΟ


Γιώργος Φιντικάκης
Δύο ακριβώς χρόνια κλείνουν από τότε που η κυβέρνηση αποφάσισε να δώσει τέλος στην μακρά ιστορία κακοδιαχείρισης και σπατάλης στην χρεοκοπημένη ΛΑΡΚΟ, υπό την πίεση και της Κομισιόν για την επιστροφή κρατικών ενισχύσεων 160 εκατ ευρώ.

Δύο χρόνια μετά, το πρόβλημα παραμένει, η χώρα καλείται να πληρώσει νέα πρόστιμα που μας επιδίκασε το Ευρωδικαστήριο, τα οποία αρχίζουν να «τρέχουν» και τίποτα δεν μπορεί να προδικάσει ότι η ιδιωτικοποίηση θα έχει αίσια κατάληξη. Αποτέλεσμα μιας ιστορίας τριάντα και πλέον ετών κακοδιαχείρισης, ρουσφετιών, πειραματισμών και αποτυχημένων αναδιαρθρώσεων, μοναδική ελπίδα για τη ΛΑΡΚΟ είναι να υπάρξει ενδιαφέρον από επενδυτή, το οποίο θα διαφανεί όταν στα μέσα Μαρτίου υποβληθούν οι προσφορές.

Ακόμη και αν πουληθεί, απαιτούνται πολύ σημαντικές επενδύσεις για να βρει νέες πηγές μεταλλευμάτων, να ακολουθήσει καινούργιες μεθοδολογίες παραγωγής και να ξεφύγει από την απαξίωση στην οποία την καταδίκασαν, διαχρονικά, τα μικροπολιτικά συμφέροντα. Διότι το πρόβλημα της ΛΑΡΚΟ, που συνεχίζει να λειτουργεί, με ζημιές, κοντά στα 30 εκατ το χρόνο, τα περισσότερα από τα οποία βαρύνουν τη ΔΕΗ, είναι κυρίως πολιτικό.

Οι 1.062 εργαζόμενοι της εταιρείας είναι απλωμένοι σε πέντε νομούς, Φθιώτιδα, Εύβοια, Βοιωτία, Καστοριά, Κοζάνη, δηλαδή από τους μισθούς τους ζουν άμεσα και έμμεσα χιλιάδες κόσμου, μικρά καταστήματα, επιχειρήσεις. Η ανησυχία των βουλευτών όλων των αποχρώσεων μη τυχόν δυσαρεστήσουν αυτούς τους χιλιάδες ψηφοφόρους, είναι προφανής, κυρίως στους τρεις νομούς με τους περισσότερους εργαζόμενους, δηλαδή Φθιώτιδα, Εύβοια και Βοιωτία.Ποιο είναι το πρόβλημα
Ποιο είναι όμως επί δεκαετίες το πρόβλημα της ΛΑΡΚΟ; Η χαμηλή περιεκτικότητα νικελίου στο λατερίτη που είναι το μετάλλευμα. Κάποτε, το νικέλιο συμμετείχε στο λατερίτη σε ποσοστό 1,5%-1,6%, όταν σήμερα έχει πέσει στο 0,80%-1%. Κάποτε δηλαδή η ΛΑΡΚΟ αντλούσε από 1.000 τόνους λατερίτη, 15 τόνους νικελίου, όταν σήμερα αντλεί μόλις 8 τόνους, και μάλιστα με πολύ μεγαλύτερα κόστη. Τα έσοδα μειώνονται, όταν τα έξοδα μεγαλώνουν, αλλά με αυτή τη συνταγή επιμένει να λειτουργεί εδώ και δεκαετίες.

Το πρόβλημα θα μπορούσε να είχε λυθεί αν η εταιρεία αποφάσιζε να εισάγει λατερίτη από το εξωτερικό, με υψηλότερη περιεκτικότητα σε νικέλιο, μέχρι και 2,8%. Αν όμως συνέβαινε αυτό, οι εργαζόμενοι θα έχαναν ένα ειδικό πριμ παραγωγικότητας που εξασφάλισαν το μακρινό 1997, το οποίο χορηγούνταν υπό τον όρο ότι η εταιρεία θα παράγει περισσότερους από 900 τόνους αμιγώς… ελληνικού μεταλλεύματος

Τέτοια περιστατικά, μαζί με ένα όργιο παροχών, πολιτικών παρεμβάσεων από όλα τα κόμματα, αλλά και την επιμονή της εταιρείας στην πυρομεταλλουργική επεξεργασία των μεταλλευμάτων αντί να στραφεί σε νέες μεθοδολογίες παραγωγής, όπως η υδρομεταλλουργία, που μπορεί να αξιοποιήσει αποτελεσματικότερα ακόμη και φτωχότερα κοιτάσματα, όπως τα ελληνικά, την οδήγησαν στο σημερινό αποτέλεσμα. Συνέβαλε ένα πλουσιοπάροχο καθεστώς απολαβών, ακόμη και όταν η εταιρεία έγραφε κάθε χρόνο ζημιές 60, 70 και 80 εκατ. ευρώ, από δωρεάν σπίτια, με φως, νερό, τηλέφωνο σε εργαζόμενους, μέχρι επιδόματα γαλοπούλας, οβελία, και «ετοιμότητας» για να βρίσκονται σε κατάσταση επιφυλακής τα Σαββατοκύριακα, μαζί με μισθούς που άγγιζαν τον χώρο του φανταστικού, έως και 73.000 ευρώ το χρόνο.

Αδυνατεί να αρπάξει την ευκαιρία
Ακόμη και όταν η εταιρεία παρήγαγε το νικέλιο με κόστος 15.000 ευρώ / τόνος και το πούλαγε προς 12.000 ευρώ, δηλαδή έμπαινε μέσα κατά 3.000 ευρώ / τόνο, και πάλι οι εργαζόμενοι έπαιρναν μπόνους. Από το 2020 και μετά, οπότε και μπήκε σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, τα δώρα περικόπηκαν, το πριμ παραγωγικότητας μειώθηκε, οι μεικτές αποδοχές έπεσαν στα 1.000 ευρω και για τους παλιότερους στα 2.500 ευρώ, αλλά ο έλληνας φορολογούμενος συνεχίζει να πληρώνει τη ΛΑΡΚΟ, που αδυνατεί να εκμεταλλευτεί την ιδανική διεθνή συγκυρία.

Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι αν είχε υιοθετήσει την υδρομεταλλουργία, η ΛΑΡΚΟ θα παρήγαγε σήμερα καθαρό νικέλιο, (αντί για σιδηρονικέλιο), μια από τις βασικές πρώτες ύλες για την παραγωγή μπαταριών, ένας τομέας ραγδαία αυξανόμενος λόγω της παγκόσμιας στροφής στην ηλεκτροκίνηση.

Το γεγονός ότι το νικέλιο είναι απαραίτητο για την κατασκευή μπαταριών, είναι ακριβώς ένα από τα όπλα της βιομηχανίας και εξηγεί το όποιο επενδυτικό ενδιαφέρον. Τα υπόλοιπα αφορούν το γεγονός ότι έχει άδεια λειτουργίας, το έμπειρο προσωπικό της, και φυσικά ότι είναι o μεγαλύτερος παραγωγός σιδηρονικελίου στην Ευρώπη και ένας από τους πέντε μεγαλύτερους παραγωγούς παγκοσμίως.

Χρωστά παρ’ όλα αυτά, πάνω από 500 εκατ ευρώ κυρίως σε ΔΕΗ, καθώς επίσης σε Τράπεζα Πειραιώς, Δημόσιο, ΕΦΚΑ και προμηθευτές τα οποία δεν πρόκειται να πάρουν πίσω, ενώ αν δεν καταστεί δυνατό να πουληθεί, το Δημόσιο θα βρεθεί αντιμέτωπο με την ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων, που το 2014, όταν τα ζήτησε για πρώτη φορά πίσω η Κομισιόν, ήταν 136 εκατ ευρώ, αλλά σήμερα έχουν φτάσει τα 160 εκατ ευρώ.

Απόρροια της κωλυσιεργίας, το εφάπαξ πρόστιμο 5,5 εκατ ευρώ και η χρηματική ποινή 4,4 εκατ ευρώ για κάθε εξάμηνο καθυστέρησης που μας επιδίκασε τον Ιανουάριο του 2022 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Η Ελλάδα μπορεί να απαλλαγεί από αυτή την υποχρέωση μόνον εάν παύσει η δραστηριότητα της ΛΑΡΚΟ ή βρεθεί νέος επενδυτής που θα την αναλάβει και σε αυτό το παράθυρο προσβλέπει η κυβέρνηση, γι’ αυτό και επιδιώκει την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης έως τον Ιούλιο.

Το εγχείρημα της ιδιωτικοποίησης
Από τους αρχικούς έξι επενδυτές που συμμετείχαν, στο παιχνίδι της διεκδίκησης έχουν απομείνει θεωρητικά τρεις. Θεωρητικά, καθώς δεν είναι σαφές ποιοί από αυτούς θα προσέλθουν στα μέσα Μαρτίου να καταθέσουν δεσμευτικές προσφορές. Στην τελική φάση συνεχίζουν η Mytilineos, το σχήμα ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και ΑD Holdings, όμιλος υπηρεσιών με έδρα την Ελβετία, που δραστηριοποιείται στο trading των commodities, και η Commodity and Mining Insight Ireland, εταιρεία παροχής συμβουλών και διαχείρισης assets όπως μέταλλα και ορυκτά.

Κρίσιμος παράγοντας που θα κρίνει το εγχείρημα της ιδιωτικοποίησης είναι η ανησυχία των επενδυτών για τυχόν επιβαρύνσεις που μπορεί να επιβληθούν στην εταιρεία για παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Ακριβώς επειδή ουδέποτε έγιναν οι απολύτως απαραίτητες επενδύσεις σε αντιρρυπαντικές τεχνολογίες, η εταιρεία εναποθέτει επί δεκαετίες στη θάλασσα του Ευβοϊκού, χιλιάδες τόνους σκουριάς. Υπολογίζεται με συντηρητικούς υπολογισμούς ότι θα απαιτηθούν επενδύσεις άνω των 150 εκατ. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό της δραστηριότητας εξόρυξης και παραγωγής.

Σημειωτέον ότι η επιχειρούμενη ιδιωτικοποίηση λαμβάνει χώρα σε μια άκρως αρνητική συγκυρία για την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, έναν από τους βασικότερους παράγοντες κόστους για μια νικελοβιομηχανία. Με τη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος να κινείται σταθερά σε επίπεδα άνω των 200 ευρώ / Mwh και τις εκτιμήσεις να μιλούν για διατήρησή της ψηλά, έστω με κάποια διαλείμματα, για πολλούς ακόμη μήνες, οι επενδυτές έχουν ζητήσει να διασφαλισθεί για το πρώτο καιρό μετά την εξαγορά μια σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας σε χαμηλή τιμή.

Το πρόβλημα φυσικά δεν είναι μόνο οικονομικό, ούτε αφορά μόνο το επιχειρηματικό της μοντέλο, αφού το κεφάλαιο ΛΑΡΚΟ ενώνει βουλευτές πέντε νομών ανεξάρτητα σε ποιο κόμμα ανήκουν, γεγονός που εξηγεί και γιατί επί δεκαετίες δεν έχει συμβεί τίποτα για να αλλάξει ρότα.

Η «τρόικα των Καζάκων» και η Γουατεμάλα
Αυτή είναι η ΛΑΡΚΟ, ο πιο χαρακτηριστικός ίσως θύλακας «ελληνικής Σοβιετίας», που στην 59χρονη ιστορία της έχει ζήσει μια χρεοκοπία, τρεις αποτυχημένες αναδιαρθρώσεις, έχει δεχθεί πληθώρα κρατικών ενέσεων, έχει υποστεί σειρά πειραματισμών, ενώ την πόρτα της έχουν χτυπήσει αμφιλεγόμενοι μνηστήρες.

Αρχές του 2019 και ενώ είχε προηγηθεί μια ακόμη καταδικαστική απόφαση του Ευρωδικαστηρίου (2017), η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άρχισε να ψάχνει για επενδυτές. Οχι όμως στα πλαίσια ενός ανοικτού διεθνούς διαγωνισμού, παρά μέσω επαφών, τις οποίες φαίνεται ότι είχε αναλάβει ο τότε υπ. Επικρατείας Αλ. Φλαμπουράρης. Οι επαφές αφορούσαν την μεταβίβαση της ΛΑΡΚΟ στην ρωσικών συμφερόντων ελβετική εταιρεία Telf AG, πίσω από την οποία βρισκόταν η λεγόμενη «τρόικα των Καζάκων», δηλαδή οι ολιγάρχες Αλεξάντερ Μασκέβιτς, Πατόχ Σατζίεφ και Αλιτζάν Ιμπραγκίμοβ.

Ακολούθησαν πειραματισμοί για εμπλουτισμό του ελληνικού μεταλλεύματος με ποσότητες από τη Γουατεμάλα. Τους πρώτους μήνες του 2019, δεκάδες χιλιάδες τόνοι μεταλλεύματος από τα ορυχεία της Telf στη χώρα της Κεντρικής Αμερικής, μεταφέρθηκαν με πλοία στο εργοστάσιο της Λάρυμνας, για να αναμειχθούν με εκείνα της ΛΑΡΚΟ και να διαπιστωθεί αν θα βελτιωθεί η απόδοσή του.

Αν όλα πήγαιναν καλά, και οι Βρυξέλλες συναινούσαν, η Telf θα εξαγόραζε την ΛΑΡΚΟ. Τουλάχιστον αυτό ήταν το σχέδιο. Το πείραμα ωστόσο της Γουατεμάλας δεν καρποφόρησε. Αποδείχθηκε αφενός ότι το μετάλλευμα της κεντροαμερικανικής χώρας ήταν χαμηλότερης των αρχικών προσδοκιών ποιότητας, αφετέρου ότι η επεξεργασία του στο εργοστάσιο της Λάρυμνας δεν μπορεί να γίνει με ασφάλεια, ενώ η αλλαγή κυβέρνησης έδωσε οριστικά τέλος στην κυοφορούμενη συνεργασία.