Η χρήση ερευνητικών δεδομένων για την τεκμηρίωση της γεωγραφικής προέλευσης του ελληνικού μελιού και η ανάδειξη την ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, ήταν μεταξύ άλλων τα θέματα που απασχόλησαν τη διαδικτυακή ευρεία σύσκεψη που συγκάλεσε ο Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ.Σίμος Κεδίκογλου με επιστημονικούς φορείς. Στην τηλεδιάσκεψη ήταν παρόντες ο Πρόεδρος και ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΕΛΓΟ- ΔΗΜΗΤΡΑ κ. Σέρκος Χαρουτουνιάν, ο Προϊστάμενος του Τμήματος Μελισσοκομίας-Σηροτροφίας & Λοιπών Ζωικών Οργανισμών κ. Μάριος Τζιτζινάκης, η Επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ κα. Χρυσούλα Τανανάκη, ο Ομότιμος Καθηγητής ΑΠΘ κ. Ανδρέας Θρασυβούλου, ο καθηγητής Ενόργανης Χημικής Ανάλυσης Φυσικών Προϊόντων, στο Εργαστήριο Χημείας, στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής του Ανθρώπου του ΓΠΑ κ.Πέτρος Ταραντίλης, ο Επίκουρος Καθηγητής του ΕΛ.ΜΕ.ΠΑ κ. Ελευθέριος Αλυσσανδράκης, η βιολόγος-ερευνήτρια στο Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων (ΜΑΙΧ) κα. Παναγιώτα Γώτσιου, ο Επίκουρος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αντώνης Τσαγκαράκης και ο Αντιπρόεδρος Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Μελιού και Λοιπών Προϊόντων Κυψέλης κ. Γεώργιος Πίττας.Στην τοποθέτησή του ο κ. Κεδίκογλου σημείωσε ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε νομοθετικές πρωτοβουλίες αναφορικά με το ελληνικό μέλι και ότι αναμένει από την επιστημονική ομάδα τις απαραίτητες εισηγήσεις τις οποίες θα υιοθετήσει ασμένως, όπως χαρακτηριστικά είπε, για την ανάδειξη του ελληνικού μελιού. «Τα σημαντικότερα όπλα», ανέφερε «είναι το Ηλεκτρονικό Μελισσοκομικό Μητρώο και το ισοζύγιο του ελληνικού μελιού ώστε να γνωρίζουμε ποιος και τι παράγει. Το Ηλεκτρονικό Μελισσοκομικό Μητρώο είναι μια πολύ χρήσιμη βάση για την καθιέρωση του σήματος του ελληνικού μελιού», τόνισε και εξήγησε ότι εξίσου σημαντικοί είναι και οι αγορανομικοί έλεγχοι που γίνονται μέσω των ελεγκτικών μηχανισμών της Γ.Γ. Εμπορίου. Όπως τονίστηκε από την πλειοψηφία των συμμετεχόντων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτροπή ελληνοποιήσεων σε εισαγόμενα μέλια, οι διοικητικοί έλεγχοι ιχνηλασιμότητας αποτελούν το βασικό εργαλείο. Προς την κατεύθυνση βελτιστοποίησης αυτού του μηχανισμού προτάθηκαν: ο διοικητικός έλεγχος να είναι εντατικός, τα ελληνικά μέλια τα οποία θα φέρουν το ελληνικό σήμα να παρέχουν πληροφορίες της γεωγραφικής τους προέλευσης, εφόσον υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για ελληνοποίηση το δείγμα να εξετάζεται με σύγχρονες μεθόδους και να καταγραφεί η ιχνηλάτηση της εγχώριας πορείας των εισαγόμενων μελιών που διακινούνται για μελισσοτροφή ή χρήση στη ζαχαροπλαστική. «Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, είναι ότι γνωρίζουμε πολύ καλά το ελληνικό μελί, αλλά δεν έχουμε πολλές πληροφορίες για το μέλι αναλυτικά, όσον αφορά το κομμάτι των παραμέτρων, όπως του γυρεοσκοπικού φάσματος. Γι αυτό το λόγο, μέσω της βοήθειας από ΥΠΑΑΤ, του χημείου του κράτους και άλλων φορέων, θα πρέπει να διαθέτουμε τράπεζα εισαγόμενων δειγμάτων. Θεωρώ σημαντικό το πώς θα ιχνηλατήσουμε το μέλι που χρησιμοποιείται για ζαχαροπλαστική χρήση και μελισσοτροφές», είπε σχετικά η κα. Τανανάκη. Αναφερόμενος στην γεωγραφική προέλευση, ο κ. Θρασυβούλου εξήγησε ότι βασικό εργαλείο είναι η γυρεοσκοπική ανάλυση. «Σε μερικά χρόνια θα έχουμε ταυτοποιήσει όλες τις περιοχές της Ελλάδας και θα ξέρουμε την προέλευση του μελιού», είπε και συμπλήρωσε ότι για την αυθεντικότητα του μελιού, η μελισσοκομία έχει ενισχυθεί σημαντικά από έμπειρους αναλυτές που διαθέτουν σύγχρονο εξοπλισμό και διάθεση να προσφέρουν στην υπόθεση «ελληνικό μέλι».«Δεν έχουμε να ζηλέψουμε σε τίποτα από τα εργαστήρια τα εξωτερικού», σημείωσε και επισήμανε την αντίφαση ότι «ενώ η επιστήμη προοδεύει, η νομοθεσία παραμένει στάσιμη. Η οδηγία της Ε.Ε. που έχουμε είναι από το 2001 και η τροποποίηση που έγινε το 2004 δεν άγγιξε καθόλου τα χαρακτηριστικά του μελιού».Στην ομιλία του ο κ. Τζιτζινάκης έδωσε έμφαση στην πολιτική βούληση που υπάρχει για την ανάδειξη του ελληνικού μελιού καθώς όπως τόνισε «υπάρχουν τα απαραίτητα δημοσιονομικά και τεχνολογικά εργαλεία για να προχωρήσουμε σε αυτή τη διαδικασία. Υπάρχει το Ηλεκτρονικό Μελισσοκομικό Μητρώο, το οποίο θα είναι η βάση της ψηφιακής αποτύπωσης της αλυσίδας παραγωγής, εμπορίας και διακίνησης του ελληνικού μελιού. Υπάρχουν και τα χρηματοδοτικά εργαλεία όπως το εθνικό πρόγραμμα μελισσοκομίας από το οποίο μπορούν να στηριχθούν ορισμένες συντονισμένες δράσεις». Κατά την τοποθέτηση της η κα. Γώτσιου, πρότεινε «να δοθεί έμφαση στον διοικητικό έλεγχο, στην ιχνηλάτηση με άλλα εργαλεία όπως με το Ηλεκτρονικό Μητρώο και το ισοζύγιο» και προσέθεσε ότι προκειμένου να καταπολεμηθεί η νοθεία θα πρέπει οι ερευνητικοί και επιστημονικοί φορείς να βάζουν στο μικροσκόπιο και τα εισαγόμενα προϊόντα. Οι συμμετέχοντες αναφέρθηκαν και στη σημασία της ανάδειξης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελληνικού μελιού. Προς την κατεύθυνση αυτή προτάθηκαν: τα τεκμηριωμένα δεδομένα για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά να συγκεντρωθούν και να αξιολογηθούν από ειδικούς, η διοργάνωση ημερίδων υπό την αιγίδα του ΥΠΑΑΤ για την ενημέρωση του κοινού και η επικαιροποίηση χαρακτηριστικών των 8 κατηγοριών αμιγώς ελληνικών μελιών. «Ο έλληνας και ο ξένος καταναλωτής αναζητά την αυθεντικότητα του μελιού. Αυθεντικότητα όσον αφορά τη βοτανική προέλευση του μελιού, όσο και τη γεωγραφική προέλευση», σημείωσε ο κ. Ταραντίλης και διερωτήθηκε για «πώς μπορούμε να προκαλέσουμε την ευρωπαϊκή επιτροπή ώστε να αλλάξουν ή να δημιουργήσουμε νέους κανονισμούς που να προστατεύουν το ελληνικό και ευρωπαϊκό μέλι από τις εισαγωγές μελιών κακής ποιότητας. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο να προκαλέσουμε νέα συζήτηση ώστε να μπουν νέες ασφαλιστικές δικλίδες για το μέλι», τόνισε. Με τη σειρά του ο κ. Πίττας, ενημέρωσε ότι «Υπάρχει πίεση από τα εργαστήρια του εξωτερικού να κατέβουν τα όρια των αναλύσεων, σε σημείο τελικά που να μην υπάρχει μέλι. Υπάρχει μια τοποθέτηση των ευρωπαίων συσκευαστών και δική μας, ότι πρώτα ρωτάμε τους μελισσοκόμους ποια είναι η σημερινή μελισσοκομική πρακτική και αυτή θα ορίσει τα όρια αναλύσεων. Άρα χρειάζεται ένας συνδυασμός της σύγχρονης μελλισοκομικής τακτικής ώστε να μπουν τα όρια Δε μπορεί να ελέγχεται το ελληνικό μέλι με όρια ενός γερμανικού εργαστηρίου και να μη μπορεί να γίνει ο έλεγχος στην Ελλάδα», είπε.Στην τοποθέτησή του ο κ.Χαρουτουνιάν έθεσε το ζήτημα της μη επάρκειας των εργαλείων για τον έλεγχο της αγοράς του μελιού. «Παρότι οι προδιαγραφές του ελληνικού σήματος έχουν καταρτιστεί εδώ και λίγα χρόνια, ο ΕΛΓΟ- ΔΗΜΗΤΡΑ δεν έχει προχωρήσει στην καθιέρωση του μελιού γιατί δεν έχει τα επαρκή εργαλεία, πραγματικά και νομοθετικά, για να ελέγξει επαρκώς την αγορά», είπε και σημείωσε ότι «Η Ελλάδα υποφέρει από τις παράνομες εισαγωγές μελιού»..Στην εισήγησή του ο κ. Τσαγκαράκης, μίλησε για την μοναδικότητα του ελληνικού μελιού και για τη σχολαστική επιλογή εμβληματικών μελιών, όπως το θυμαρίσιο. «Σημαντικό για την ανάδειξη του ελληνικού μελιού είναι να μάθουμε τους ανταγωνιστές μας όπως είναι οι Ισπανοί. Θα πρέπει η επιστημονική κοινότητα να κάνει σχολαστικό χημικό έλεγχο των ελληνικών μελιών αλλά και των άμεσων ανταγωνιστών, με δειγματοληψία από τα ράφια των σουπερ μαρκετ. Για να δούμε τι έχουν αυτές οι χώρες να προσφέρουν και τι διαφορετικό έχουμε εμείς να προσφέρουμε και να αναδείξουμε αυτό το διαφορετικό. Σημασία έχει η συνεργασία της διεπιστημονικής κοινότητας με τελικό όφελος στο ελληνικό μέλι», εξήγησε.Στην ποιότητα του ελληνικού μελιού η οποία δε μπορεί να είναι δεδομένη, αναφέρθηκε ο κ. Αλυσσανδράκης τονίζοντας ότι η νομοθεσία που διέπει το μέλι χρειάζεται επικαιροποίηση. Ο Επίκουρος καθηγητής πρότεινε επίσης, το πευκόμελο, ένα μοναδικό μέλι παγκοσμίως, να φέρει την ετικέτα του προϊόντος με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ). Ο ΥφΑΑΤ αφού αφουγκράστηκε τις εισηγήσεις των επιστημόνων, σημείωσε ότι το όπλο των ελληνικών αγροτικών προϊόντων είναι η ποιότητα και ότι αυτό πρέπει να διασφαλίσουμε και να διαφημίσουμε. «Θα προστατεύσουμε το ελληνικό μέλι πάση θυσία», ανέφερε σχετικά. Τέλος, αξίωσε από την επιστημονική κοινότητα να εργαστεί προκειμένου να οριστεί ένα σωστό πλαίσιο ελέγχου της ελληνικότητας και ανάδειξης της μοναδικότητάς του ελληνικού μελιού. «Μαζί θα προσπαθήσουμε για την επίτευξη αυτού του στόχου και θα τα καταφέρουμε», είπε χαρακτηριστικά.