Ο OPEC+ συνεδριάζει, καθώς τα ρεκόρ σπάνε καθημερινά και οι τιμές παραπέμπουν σε περίοδο πολέμου ή μεγάλων γεωπολιτικών κρίσεων, εντείνοντας το κύμα της ακρίβειας. Όλοι αναρωτιούνται: Μα ποιοι φταίνε, τελικά;Οι τιμές του αργού πετρελαίου συνεχίζουν ακάθεκτες την ανοδική τους πορεία στις διεθνείς αγορές. Το Βrent, συγκεκριμένα, βρίσκεται σήμερα οριακά κάτω από τα 90 δολάρια το βαρέλι, πουλιέται δηλαδή ακριβότερα κατά 30% σε σύγκριση με τις αρχές Ιανουαρίου και κατά πάνω από 50% σε σύγκριση με την ίδια ημέρα του 2021.
Έτσι, οι τιμές της βενζίνης, όπως και του πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης, ανεβαίνουν επίσης σε καθημερινή βάση – πλησιάζοντας, πρακτικά, επίπεδα τα οποία έχουν βρεθεί σε περιόδους πολέμου ή μεγάλων γεωπολιτικών κρίσεων. Ειδικά στην Ελλάδα, όπου οι σχετικές τιμές είναι από τις ακριβότερες στην ΕΕ (σε αντίθεση με τους μισθούς, που είναι από τους χαμηλότερους), οι εκπρόσωποι των βενζινοπωλών δηλώνουν ότι πολύ σύντομα το κοντέρ θα χρεώνει 2 ευρώ για κάθε λίτρο αμόλυβδης.Κυνισμός από OPEC και Ρωσία
Παρ’ όλα αυτά, παρά το γεγονός ότι όλα δείχνουν πως η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης – και, κατά συνέπεια, η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα αυξάνεται, μιας και η «πράσινες» πηγές δεν μπορούν ακόμη να ανταποκριθούν – ο OPEC δεν δείχνει να συγκινείται. Ούτε, φυσικά, ο βασικός του εταίρος, που εδώ και χρόνια είναι η Ρωσία.
Στη σημερινή του συνεδρίαση, λοιπόν, το μεγαλύτερο καρτέλ του πετρελαίου διεθνώς δεν προτίθεται να αλλάζει ριζικά την πολιτική η οποία έχει συμβάλει αποφασιστικά στη μεγάλο και διαρκή άνοδο των τιμών. Οι πληροφορίες αναφέρουν, συγκεκριμένα, ότι κατά τη σύνοδο των αρμόδιων υπουργών του αποκαλούμενου OPEC+ (με τη συμμετοχή και της Ρωσίας), που καλύπτει περίπου το 40% της παγκόσμιας αγοράς, θα αποφασιστεί μια αύξηση της ημερήσιας παραγωγής κατά μόλις 400.000 βαρέλια.
Η ποσότητα αυτή, προφανώς, σε καμία περίπτωση δεν είναι σε θέση να καλύψει την αύξηση της ζήτησης, η οποία εκτιμάται ότι για ολόκληρο το 2022 θα ανέλθει σε 4,2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως. Κάτι που σημαίνει, με τη σειρά του, ότι πρέπει να αναμένεται νέα άνοδος των τιμών, με τα 100 δολάρια ανά βαρέλι να μην είναι πλέον μακριά.
Τεχνητή κρίση
Το ίδιο το καρτέλ, βεβαίως, ισχυρίζεται ότι υπάρχει πλεόνασμα στην αγορά, με αποτέλεσμα να μην είναι αναγκαία η μεγαλύτερη αύξηση της παραγωγής. Οι γνωρίζοντες, όμως, ξέρουν ότι είναι άλλο αυτό που γράφουν τα χαρτιά και άλλο το τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.
Με άλλα λόγια: Κρυμμένοι πίσω από ψυχρούς υπολογισμούς, OPEC (δηλαδή, κυρίως η Σαουδική Αραβία) και Ρωσία συνεχίζουν να προκαλούν ένα τεχνητό έλλειμμα στις διεθνείς αγορές. Έτσι, τροφοδοτούν τις διαρκείς αυξήσεις, που έχουν ως αποτέλεσμα να γεμίζουν τα ταμεία τους.Δεν θα περίμενε κανείς, φυσικά, από τους εκπροσώπους των πετρελαιοπαραγωγών χωρών και των εταιρειών του κλάδου να δείξουν ευαισθησία για τα νοικοκυριά που στενάζουν από το κόστος της ενέργειας και από την εκτίναξη του κόστους ζωής, καθώς όλα τα προϊόντα ακριβαίνουν. Άλλωστε, αυτό που τους ενδιαφέρει κυρίως – όπως συμβαίνει με όλα τα καρτέλ – είναι τα έσοδα να είναι όσο το δυνατόν μεγαλύτερα.
Επιχείρηση «γεμίστε τα ταμεία!»
Η παραπάνω διαπίστωση, μάλιστα, ισχύει πολύ περισσότερο στη μεταβατική περίοδο την οποία διέρχεται η παγκόσμια οικονομία, στον δρόμο προς την «πράσινη οικονομία» και την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, δηλαδή γαιάνθρακα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Κι αυτό διότι, πολύ απλά, το καρτέλ του πετρελαίου γνωρίζει ότι ο χρόνος του τελειώνει.
Είναι υποχρεωμένο, λοιπόν, να γεμίσει όσο μπορεί περισσότερο τα ταμεία του, ώστε να επιχειρήσει την προσαρμογή του στα νέα δεδομένα. Κι αυτό ισχύει τόσο για τα κράτη όσο και για τις εταιρείες του κλάδου, που μεγαλούργησαν τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλά τώρα κινδυνεύουν να μείνουν ουραγοί.
Φαίνεται, ωστόσο, ότι οι – αδικαιολόγητα και σε μεγάλο βαθμό τεχνητά – υψηλές τιμές βολεύουν και την άλλη πλευρά: Τους υπέρμαχους των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της πράσινης οικονομίας. Όπως επίσης και όλους τους κλάδους τους οποίους αφορά άμεσα η μετάβαση στη νέα εποχή, καθώς απαιτεί τη ριζική αναπροσαρμογή της δομής και της παραγωγής τους – η οποία συνεπάγεται τεράστιο κόστος, το οποίο κάποιοι πρέπει να πληρώσουν.Η μυστική «συμφωνία κυρίων»
Στους παραπάνω συγκαταλέγονται τόσο τα κράτη όσο και οι επιχειρήσεις, ειδικά συγκεκριμένες. Όσον αφορά στα πρώτα, η υψηλή φορολογία στην ενέργεια, σε συνδυασμό με τις πολύ υψηλές τιμές, ισοδυναμεί με σημαντική αύξηση των εσόδων στα ταμεία τους, που εκτιμούν ότι θα διευκολύνουν τη χρηματοδότηση των απαιτούμενων και προδιαγεγραμμένων αλλαγών.
Σε επίπεδο επιχειρήσεων, επίσης, το παράδειγμα των αυτοκινητοβιομηχανιών είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό: Με τόσο ακριβή βενζίνη, που καθιστά τις μετακινήσεις ολοένα πιο δύσκολες, ακόμη και οι πιο δύσπιστοι αναγκάζονται να σκεφτούν σοβαρά την απόκτηση ενός ηλεκτρικού οχήματος (ή, ενδεχομένως, κάποιου που θα κινείται με υδρογόνο μελλοντικά).
Έτσι, χωρίς να το καταλάβει κανείς, η αγορά κατευθύνεται προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, ενώ το σαφώς υψηλότερο κόστος της αγοράς ενός «πράσινου» οχήματος μοιάζει να μετριάζεται, εάν συγκριθεί με το αντίστοιχο που συνεπάγεται η καθημερινή χρήση ενός παραδοσιακού.
Πώς το λένε αυτό «λαϊκά»; Και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο!Γιώργος Παυλόπουλος. O.T .gr