Οι «αρχές» των περιφερειών Χερσώνα και Ζαπορόζιε δηλώνουν ευθέως ότι το 2022 σκοπεύουν να γίνουν μέρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας με τη διεξαγωγή «δημοψηφίσματος». Στη Μόσχα, οι αναφορές αυτές τυγχάνουν υποστήριξης στα υψηλότερα επίπεδα της Κρατικής Δούμας και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.
Οι κατεχόμενες περιοχές της Ουκρανίας από τη Ρωσική Ομοσπονδία τίθενται όλο και περισσότερο υπό τον άμεσο έλεγχο της Μόσχας, με τις διαδικασίες ενσωμάτωσης τους να επιταχύνονται.
Αυτή την εβδομάδα, οι «αρχές» των περιφερειών Χερσώνα και Ζαπορόζιε δήλωσαν ευθέως ότι το 2022 σκοπεύουν να γίνουν μέρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας με τη διεξαγωγή «δημοψηφίσματος». Στη Μόσχα, οι αναφορές αυτές έτυχαν υποστήριξης στα υψηλότερα επίπεδα της Κρατικής Δούμας και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.
Ακόμα και ο Πούτιν δήλωσε την Τετάρτη ότι «η Ρωσία οφείλει να επιστρέψει και να εδραιώσει τα εδάφη».
Κρίνοντας από τις τελευταίες εξελίξεις, η «επιστροφή» δεν είναι θέμα του απώτερου μέλλοντος, αλλά η πραγματικότητα του σήμερα. Αυτές οι διαδικασίες, οι οποίες στο Ντονμπάς εφαρμόστηκαν μέσα σε μεγάλο χρονικό διάστημα, στο νότιο τμήμα της Ουκρανίας πραγματοποιούνται μέσα σε μόλις δύο μήνες.
Έτσι ρωσικά διαβατήρια μοιράζονται στους πολίτες των περιοχών, ανοίγουν ρωσικές τράπεζες, οι πάροχοι κινητής τηλεφωνίας εισέρχονται στις περιοχές, ενώ το ρούβλι αντικαθιστά με γρήγορους ρυθμούς το ουκρανικό εθνικό νόμισμα.
Και στο ίδιο το Ντονμπάς, Ρώσοι αξιωματούχοι, οι οποίοι διορίζονται «πρωθυπουργοί» και πρώτοι αναπληρωτές «αρχηγοί των δημοκρατιών», έχουν αρχίσει να αποκτούν εξουσία στην τοπική διοίκηση. Επιπρόσθετα Ρώσοι αξιωματούχοι επισκέπτονται τακτικά τις υπό κατάληψη περιοχές εδραιώνοντας την ρωσική παρουσία.
Το κύριο συμπέρασμα σχετικά με τη Χερσώνα και το κατεχόμενο τμήμα της περιοχής Ζαπορίζια είναι ότι η ένταξη στη ρωσική τροχιά είναι έντονη (με την προοπτική προσάρτησης στη Ρωσία) και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι κάποιος σχεδιάζει να επιστρέψει τα εδάφη αυτά στην Ουκρανία ειρηνικά.
Κι επειδή η παιδεία παίζει σημαντικό ρόλο στην ενσωμάτωση των κατεχόμενων περιοχών, την περασμένη εβδομάδα έγινε γνωστό ότι τα σχολεία της περιφέρειας του Ντονμπάς θα μεταβούν στα ρωσικά εκπαιδευτικά πρότυπα από την νέα σχολική χρονιά την 1η Σεπτεμβρίου.
Επιπλέον έχουν ξεκινήσει και την κατασκευή ή διόρθωση βασικών υποδομών που είτε έχουν καταστραφεί είτε είναι απαραίτητες για την καθημερινότητα των πολιτών στις κατεχόμενες περιοχές. Σ΄αυτά περιλαμβάνονται σιδηροδρομικές γραμμές, αγωγοί μεταφοράς νερού, οδικές αρτηρίες.
Η ρωσική αντιπολιτευόμενη εφημερίδα Meduza επικαλείται πηγές του Κρεμλίνου που αναφέρουν ότι οι “Λαϊκές Δημοκρατίες” του Ντονμπάς και τα κατεχόμενα εδάφη των περιφερειών Χερσώνα και Ζαπορίζια σχεδιάζεται να προσαρτηθούν στη Ρωσία και να συγχωνευθούν σε μια ομοσπονδιακή περιφέρεια.
Αυτό θα γίνει μετά από «δημοψηφίσματα», τα οποία μπορεί να διεξαχθούν είτε τον Ιούλιο είτε, το πιθανότερο, στις 11 Σεπτεμβρίου, την ημέρα της ενιαίας ψηφοφορίας στη Ρωσία.
Τα μέσα ενημέρωσης αναφέρουν ότι τη δημιουργία της περιφέρειας επιβλέπει ο Μπόρις Ράποπορτ, αναπληρωτής επικεφαλής του τμήματος που είναι υπεύθυνο για τη διασφάλιση των κρατικών υποθέσεων και θεωρείται από το Κρεμλίνο ως «διαχειριστής κρίσεων».
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με το δημοσίευμα, το Κρεμλίνο αναζητά «πολιτικούς δασκάλους» για τα κατεχόμενα εδάφη, με οργανωμένη προπαγάνδα.
Το ότι υπάρχουν τέτοια ή παρόμοια σχέδια αποδεικνύεται από τη προχθεσινή δήλωση του Πούτιν. «Ο Μέγας Πέτρος επέστρεφε και εδραίωνε εδάφη, αυτή η μοίρα έπεσε και σε εμάς», είπε ο Ρώσος πρόεδρος με σαφή υπαινιγμό για την προσάρτηση νέων ουκρανικών εδαφών στη Ρωσία.
Κρίνοντας από το πλήρες απόσπασμα, ο Πούτιν συνδέει τις τρέχουσες ενέργειές του με ό,τι έκανε ο Μέγας Πέτρος σε σχέση με την τότε κορυφαία δυτική δύναμη, το Βασίλειο της Σουηδίας. Από τον οποίο, ως αποτέλεσμα του Βόρειου Πολέμου, πήρε, μεταξύ άλλων, τις Βαλτικές χώρες.
Σύμφωνα με τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, επικαλούμενα πηγές στο Κρεμλίνο, η Μόσχα θέτει την τύχη των καταληφθέντων ουκρανικών εδαφών στο νότο εκτός των όποιων διαπραγματεύσεων. Αυτό φαίνεται να ταιριάζει με το γενικό πλαίσιο των γεγονότων εκεί.
Ωστόσο, το Κρεμλίνο έχει αρνηθεί κάτι τέτοιο. «Όχι, είναι όλα λάθος. Πρόκειται για λανθασμένες πληροφορίες», δήλωσε ο εκπρόσωπος του προέδρου Ντμίτρι Πεσκόφ, χωρίς να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις.
Δεδομένης όμως της πορείας των γεγονότων επί του πεδίου, η άρνηση του Πεσκόφ θα πρέπει να αποδοθεί μόνο στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Ουσιαστικά είπε ότι η Ρωσία δεν είχε ξεκινήσει ένα τέτοιο θέμα. Και είναι απίθανο να το έχει κάνει, δεδομένου ότι οι διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία βρίσκονται επί του παρόντος σε παύση.
Τι σημαίνει αυτό στο πλαίσιο της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων;
Η Ρωσία έχει πεισθεί ότι τα αιτήματά της για «αποστρατιωτικοποίηση», «αποναζιστικοποίηση» και τα άλλα ζητήματα που έχει θέσει, δεν θα ικανοποιηθούν εθελοντικά από την Ουκρανία. Αν και στα τέλη Μαρτίου το κλίμα στη Μόσχα ήταν διαφορετικό, ιδίως μετά τη συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη, όπου η Ουκρανία συμφώνησε σε ένα ουδέτερο και μη πυρηνικό καθεστώς.
Αλλά μετά τα γεγονότα στην Μπούτσα, η Ουκρανία δήλωσε ότι η κοινωνία δεν θα δεχόταν πλέον ειρήνη με τη Ρωσική Ομοσπονδία και ότι ήταν απαραίτητο να πολεμήσει μέχρι να επιτευχθεί η νίκη. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε και από τη Δύση, η οποία είδε τη Ρωσία να αποσύρεται από το Κίεβο και κάτω και αποφάσισε ότι ο στρατός της μπορούσε να νικηθεί. Ωστόσο, μετά τη ρωσική επίθεση στο Ντονμπάς, η άποψη αυτή άρχισε να αλλάζει και πολλά δυτικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να μιλούν για την «αδυναμία» να νικηθεί η Ρωσία.
Ως εκ τούτου, όταν η Ουκρανία και η Δύση άρχισαν να μιλούν ότι όλα θα αποφασιστούν στο πεδίο της μάχης, η Μόσχα ξεκίνησε να «ενσωματώνει» τα εδάφη που είχαν ήδη καταληφθεί – αν και προηγουμένως είχαν θεωρηθεί ως διαπραγματευτικά χαρτιά με την Ουκρανία και τη Δύση, τουλάχιστον στις περιοχές της Χερσώνας και της Ζαπορίζια.
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον Πεσκόφ, η Ρωσία δεν σκοπεύει να κλείσει την πόρτα στις διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, είναι ήδη σαφές ότι η Μόσχα δεν θα επιστρέψει τη Χερσώνα και μέρος της περιοχής Ζαπορίζια στην Ουκρανία για τις διαπραγματεύσεις αυτές.
Αυτή η προσάρτηση στην ουσία σημαίνει ότι αν η Ουκρανία προσπαθήσει να απελευθερώσει αυτά τα εδάφη, τότε επιτίθεται σε «ρωσικό έδαφος», κάτι που δεν θέλουν επ’ ουδενί να συμβεί οι δυτικοί σύμμαχοι και προμηθευτές όπλων του Κιέβου, οι οποίοι διαβεβαιώνουν ότι τα όπλα τους δεν θα βάλουν απευθείας κατά της Ρωσίας.
Η λογική τους είναι σαφής – δεν θέλουν να προκαλέσουν πόλεμο μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας. Ούτε θέλουν μια σοβαρή κλιμάκωση των ρωσικών επιθέσεων κατά της Ουκρανίας.
Ένα χτύπημα σε «ρωσικά εδάφη» όπως θα θεωρούνται για τον Πούτιν τα προσαρτημένα εδάφη της Ουκρανίας στη Ρωσική Ομοσπονδία, θα απελευθερώσει τα χέρια του Ρώσου Προέδρου ώστε να χρησιμοποιήσει πιο επικίνδυνα όπλα.
Γι’ αυτό το λόγο ειδικοί κι αναλυτές καλούν την ουκρανική ηγεσία να ενεργήσει γρήγορα όσον αφορά τις προετοιμασίες για την προσάρτηση των Ουκρανικών εδαφών καθώς μόλις προσαρτηθούν οι νέες περιοχές, ο κίνδυνος κλιμάκωσης με τη συμμετοχή της Δύσης αυξάνεται.
Ως εκ τούτου, η Ουκρανία και οι δυτικοί σύμμαχοί της έχουν διάφορες επιλογές. Η μία είναι να επιταχυνθούν οι επιχειρήσεις για την απελευθέρωση των εδαφών πριν προσαρτηθούν στη Ρωσία.
Η δεύτερη, η οποία συζητείται όλο και περισσότερο στη Δύση, είναι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων το συντομότερο δυνατό, προκειμένου να συναφθεί μια ειρηνευτική συμφωνία με τη Ρωσία πριν περάσει το «σημείο χωρίς επιστροφή» για την προσάρτηση των ουκρανικών περιοχών.
Είναι πιθανό ότι αυτή είναι η δεύτερη επιλογή στην οποία βασίζεται η Μόσχα, προωθώντας ενεργά το θέμα της «εδαφικής επέκτασης