Αυτό λέει η τελευταία εξαμηνιαία έρευνα «Τάσεις» της MRB, αυτό διαπιστώνουμε οι περισσότεροι συνομιλώντας με τον συγγενή, τον φίλο, τον γνωστό. Προκύπτει άλλωστε και από την κοινή λογική, από την στιγμή που ο Εμμανουέλ Μακρόν αναφέρεται στο ενδεχόμενο επισιτιστικής κρίσης και το Βερολίνο ότι έχει έτοιμο στο συρτάρι του σχέδιο έκτακτης ανάγκης που περιλαμβάνει δελτίο στην κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους. Οι Έλληνες πολίτες σήμερα, σε ποσοστό που υπερβαίνει το 70% (πάντοτε σύμφωνα με την ίδια έρευνα) εκτιμούν ότι η ακρίβεια είναι μεν εν μέρει εισαγόμενη αλλά γίνεται δυσβάστακτη εξαιτίας εκτεταμένων κερδοσκοπικών φαινομένων. Επομένως θεωρούν ότι υπάρχει κυβερνητική ολιγωρία, ενδεχομένως και ανοχή. Επιπροσθέτως δηλώνουν ότι η διαχείριση του συγκεκριμένου προβλήματος θα κρίνει πάνω απ’ όλα την επιλογή τους μπροστά στην κάλπη. Προσθέστε ακόμη ότι οι ερωτηθέντες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι «ο ικανότερος στην αντιμετώπιση του θέματος» είναι ο…. ΚΑΝΕΝΑΣ, με δεύτερη την ΝΔ και τρίτο τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στα πολύ ενδιαφέροντα δημοσκοπικά ευρήματα των «Τάσεων» εμφανίζεται επομένως μια σαφής αλληλουχία: Ακρίβεια – κερδοσκοπία – φόβος – απογοήτευση (ΚΑΝΕΝΑΣ). Και αυτή ακριβώς είναι που διαμορφώνει το κλίμα (σε συνδυασμό με την παράμετρο του κινδύνου ακυβερνησίας) μέσα στο οποίο διεξάγεται η συζήτηση και άλλοτε διακινούνται, άλλοτε διαψεύδονται τα σενάρια για πρόωρη εκλογική αναμέτρηση.
Από το βήμα της Βουλής ο Κυριάκος Μητσοτάκης πριν λίγες ημέρες είπε ρητά και κατηγορηματικά ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία. Αναμενόμενο, από την στιγμή που το κοινοβούλιο από θεσμικής πλευράς δεν προσφέρεται για πρωθυπουργικές ανακοινώσεις σχετικές με πρόωρες εκλογές. Ωστόσο, σκάρτο ένα 24ωρο αργότερα ο πρωθυπουργός σε τηλεοπτική του συνέντευξη πρόσθεσε ότι επ’ αυτού δεσμεύεται προσωπικά. Το εννοεί; Ποντάρει σε εκλογικό αιφνιδιασμό; Άγνωστο για την ώρα και ελαφρώς ακατανόητο.
Τι εννοώ; Ας πάρουμε υπ’ όψιν μας την γραμμική εξέλιξη της παράστασης νίκης (σημαντικός δείκτης) όπου η διαφορά ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κόμματα μειώθηκε ήδη από τις 50 στις 22 μονάδες κι εάν την προβάλουμε έως την εξάντληση της τετραετίας διαπιστώνουμε ότι εκείνη τη χρονική στιγμή η διαφορά θα έχει εκμηδενιστεί.
Άρα, τι στο καλό; Εδώ καράβια χάνονται βαρκούλες αρμενίζουν; Αναρωτιόμαστε εάν έχει λόγους το κυβερνών κόμμα να δίνει πίστωση χρόνου στην αξιωματική αντιπολίτευση. Αφήστε που υπάρχουν και άλλα δημοσκοπικά ευρήματα που επιτείνουν τον προβληματισμό. Για παράδειγμα η Κουμουνδούρου παρ’ ότι καταγράφει «νίκη στα σημεία» (μικρή πτώση της διαφοράς ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κόμματα και μικρή μείωση της ψαλίδας ως προς την ικανότητά τους να διαχειριστούν τα σημαντικά προβλήματα) δεν φαίνεται να έχει επαρκείς δυνάμεις να «χτυπήσει τον αγώνα» αυτή την στιγμή τουλάχιστον. Σ’ αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι η πλειοψηφία των πολιτών κρίνει ότι οι προτάσεις της – ανεξάρτητα από το εάν και πόσο προβάλλονται από τα ΜΜΕ – χρίζουν περαιτέρω επεξεργασίας.
Κι ένα ακόμη τελευταία δεδομένο, για να ολοκληρωθεί το παζλ του πολιτικού σκηνικού: Παρά την σαφή δημοφιλία που καταγράφουν οι κυβερνήσεις συνεργασίας, οι ερωτηθέντες εκφράζουν φόβο για το ενδεχόμενο ακυβερνησίας, με άλλα λόγια προσμετρούν αυτό το διακύβευμα στα κριτήρια των επιλογών τους. Και αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η ΝΔ θα μπορούσε να ποντάρει στο δίλημμα «συμπαγής κυβερνησιμότητα ή χάος».
Καλά όλα αυτά, με μια επισήμανση όμως: Δεν συνηγορούν υπέρ της εξάντλησης της τετραετίας, αλλά υπέρ της επίσπευσης των εκλογών.