Την παράδοση συνοδεύουν διάφορες παρανοήσεις, όπως ότι η απόφαση βασιζόταν στη σεξουαλικότητα ή την ταυτότητα φύλου. Ωστόσο υπάρχουν κι εξαιρέσεις.
Μόλις μια ντουζίνα «ορκισμένες παρθένες» έχουν απομείνει στον κόσμο, καθώς αργοπεθαίνει μια αρχαία βαλκανική παράδοση, σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες ζουν ως άνδρες.
«Η Αλβανία ήταν ανδροκρατούμενος κόσμος, ο μόνος τρόπος για να επιβιώσεις ήταν να γίνεις άντρας», λέει η Gjystina Grishaj.
Όταν ήταν ακόμη 23 ετών και ζούσε στα βουνά της βόρειας Αλβανίας, πήρε μια απόφαση που θα άλλαζε τη ζωή της. Πήρε όρκο αγαμίας και υποσχέθηκε να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής της ως άνδρας.
Η οικογένεια της Gjystina ζει στην περιοχή Malësi e Madhe της Lëpushë για περισσότερο από έναν αιώνα. Μια κοιλάδα βαθιά φωλιασμένη ανάμεσα σε απόκρημνα βουνά, παραμένει μια από τις λίγες περιοχές όπου εξακολουθεί να υπάρχει η παράδοση burrnesha: μια πρακτική αιώνων κατά την οποία οι γυναίκες δίνουν όρκο στους γέροντες του χωριού και ζουν ως άνδρες.
Αυτές οι γυναίκες είναι γνωστές ως burrneshat, ή ορκισμένες παρθένες.
«Υπάρχουν πολλοί ανύπαντροι στον κόσμο, αλλά δεν είναι burrneshat. Μια burrnesha είναι αφιερωμένη μόνο στην οικογένειά της, την εργασία, τη ζωή, τη διατήρηση της αγνότητάς της», λέει η 57χρονη σήμερα Gjystina.
Για πολλές γυναίκες που γεννήθηκαν σε παλαιότερες εποχές, η ανταλλαγή της σεξουαλικής, αναπαραγωγικής και κοινωνικής τους ταυτότητας ήταν ένας τρόπος να απολαμβάνουν ελευθερίες που μόνο οι άνδρες μπορούσαν να έχουν.
Το να γίνουν burrnesha επέτρεπε στις γυναίκες να ντύνονται όπως οι άνδρες, να ενεργούν ως επικεφαλής του νοικοκυριού, να κινούνται ελεύθερα σε κοινωνικές καταστάσεις και να αναλαμβάνουν εργασίες που παραδοσιακά ήταν ανοιχτές μόνο σε άνδρες.
Ούσα μια αθλητική, δραστήρια νεαρή γυναίκα, η Gjystina – ή Duni, όπως είναι γνωστή στους κοντινούς της ανθρώπους – ήταν αποφασισμένη να είναι ανεξάρτητη. Ποτέ δεν φαντάστηκε μια παραδοσιακή ζωή για τον εαυτό της με γάμο, δουλειές του σπιτιού και φορέματα.
Αντιθέτως, μετά το θάνατο του πατέρα της αποφάσισε να γίνει ορκισμένη παρθένα, προκειμένου να ηγηθεί της οικογένειας και να μπορέσει να αναλάβει εργασίες για να τους στηρίξει οικονομικά.
«Ήμασταν εξαιρετικά φτωχοί… ο πατέρας μου πέθανε και η μητέρα μου είχε έξι παιδιά, οπότε για να την διευκολύνω, αποφάσισα να γίνω burrnesha και να δουλέψω σκληρά», λέει.
Η Gjystina ζει σε ένα απομακρυσμένο χωριό- μια στο τόσο πιάνει σήμα το κινητό τηλέφωνο και οι σκληροί χειμώνες σημαίνουν ότι ο δρόμος προς το Lepushe είναι συχνά μπλοκαρισμένος από το χιόνι και το ηλεκτρικό ρεύμα κομμένο.
Διαχειρίζεται έναν ξενώνα, καλλιεργεί τη γη και φροντίζει τα ζώα της.
Ως burrnesha και επικεφαλής του νοικοκυριού, ασχολείται επίσης με την τέχνη των φαρμακευτικών βοτάνων για την παρασκευή θεραπευτικών τσαγιών και ελαίων, μια δεξιότητα που κληρονόμησε από τον πατέρα της.
«Ενδιαφερόταν πολύ για τα φαρμακευτικά βότανα και μου έκανε μαθήματα. Και θέλω η ανιψιά μου Valerjana να κληρονομήσει αυτή την τέχνη, παρόλο που έχει επιλέξει άλλο δρόμο», λέει η Duni.
«Σήμερα, καμία δεν προσπαθεί να γίνει ορκισμένη παρθένα», λέει η Valerjana Grishaj. «Τα νεαρά κορίτσια δεν σκέφτονται ούτε κατά διάνοια να γίνουν ορκισμένες παρθένες. Είμαι ζωντανό παράδειγμα γι’ αυτό».
Μεγαλώνοντας με τη θεία της στο Lepushe, η Valerjana διαπίστωσε ότι οι επιλογές για τις γυναίκες στην περιοχή ήταν ελάχιστες, με γενική προσδοκία να παντρευτούν νέες.
«Μια στιγμή που θυμάμαι πάντα ήταν στην έκτη τάξη του δημοτικού σχολείου. Μια φίλη μου πήγαινε στην ένατη τάξη και αρραβωνιαζόταν. Ήταν μόλις 14 ετών» θυμάται η ίδια.
«Μου είπε ότι ο σύζυγός της δεν της επέτρεπε να συνεχίσει τις σπουδές της και ότι έπρεπε να ακούσει τον άντρα της, να μείνει μαζί του και να τον υπακούσει».
Αντί είτε να παντρευτεί μικρή είτε να γίνει ορκισμένη παρθένα, η Valerjana μετακόμισε από το πατρικό σπίτι σε ηλικία 16 ετών για να σπουδάσει σκηνοθεσία θεάτρου και φωτογραφία στην πρωτεύουσα της Αλβανίας, τα Τίρανα.
«Στα Τίρανα, τα κορίτσια και οι γυναίκες έχουν περισσότερα πλεονεκτήματα και είναι πιο χειραφετημένες. Ενώ στο χωριό η κατάσταση, ακόμη και τώρα, εξακολουθεί να είναι καταστροφική», λέει.
Αν και δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, εκτιμάται ότι έχουν απομείνει μόλις 12 burrneshat στη Βόρεια Αλβανία και το Κοσσυφοπέδιο. Από την πτώση του κομμουνισμού τη δεκαετία του 1990, η Αλβανία έχει δει κοινωνικές αλλαγές που σημαίνουν περισσότερα δικαιώματα για τις γυναίκες.
Η Valerjana θεωρεί θετικό το γεγονός ότι η παράδοση της burrnesha εκλείπει.
«Σήμερα εμείς τα κορίτσια δεν χρειάζεται να αγωνιζόμαστε για να γίνουμε άντρες», λέει. «Πρέπει να παλεύουμε για ίσα δικαιώματα, αλλά όχι για να γίνουμε άνδρες».
Το 2019, η ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών Rea Nepravishta προχώρησε σε διαμαρτυρία στη διάρκεια των εκδηλώσεων για την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στα Τίρανα.
Βγήκε στους δρόμους με μια μεγάλη πινακίδα στην οποία αναγραφόταν η λέξη «burrnesha», η οποία είχε χτυπηθεί με έναν μεγάλο κόκκινο σταυρό και από κάτω υπήρχαν οι λέξεις «ισχυρές γυναίκες».
«Στην αλβανική γλώσσα, όταν θέλουμε να περιγράψουμε μια γυναίκα ως ισχυρή γυναίκα, χρησιμοποιούμε τον όρο “burrnesha”», λέει.
«Είναι μια λέξη που αποτελείται από δύο μέρη, “Burre” σημαίνει άνδρας… Δεν πρέπει να αναφερόμαστε σε άνδρες για να δείξουμε τη δύναμη των γυναικών».
Ο Rea πιστεύει ότι η χώρα βρίσκεται σε καλό δρόμο κι έχει κάνει «πολλά βήματα προς τα εμπρός σε σύντομο χρονικό διάστημα».
Σύμφωνα με τη UN Women, η συμμετοχή των γυναικών στη λήψη αποφάσεων, σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, στην Αλβανία έχει προχωρήσει με βελτιώσεις σε εκλογικές πρακτικές κώδικες και διαδικασίες, αν και εξακολουθεί να παραμένει περιορισμένη, ενώ το μισθολογικό χάσμα δεν έχει αντιμετωπιστεί σωστά. Μέχρι το 2017, οι γυναίκες αποτελούσαν το 23% των βουλευτών και το 35% των τοπικών συμβούλων.
Όμως, τα δικαιώματα των γυναικών έχουν ακόμη αρκετό δρόμο μπροστά τους.
«Ο σεξισμός, τα έμφυλα στερεότυπα… και η έμφυλη βία είναι δυστυχώς ακόμα πολύ διαδεδομένα στην Αλβανία», λέει η Rea.
Σύμφωνα με στοιχεία της UN Women, σχεδόν το 60% των Αλβανίδων ηλικίας 15-49 ετών έχουν βιώσει ενδοοικογενειακή βία. Και η βάση δεδομένων του Οργανισμού του ΟΗΕ αποκαλύπτει ότι μόνο το 8% των γυναικών κατέχουν γη και παραμένουν περιθωριοποιημένες σε θέματα κληρονομιάς.
Ειδικό καθεστώς
Οι ρίζες της παράδοσης της burrnesha προέρχονται από το Kanun, ένα αρχαίο σύνταγμα που χρησιμοποιήθηκε στο Κοσσυφοπέδιο και τη βόρεια Αλβανία τον 15ο αιώνα, βάσει του οποίου οργανώθηκε η αλβανική κοινωνία. Σύμφωνα με αυτούς τους πατριαρχικούς νόμους, οι γυναίκες θεωρούνταν ιδιοκτησία του συζύγου τους.
«Δεν είχαν το δικαίωμα να αποφασίζουν οι ίδιες για τη μοίρα τους ή να επιλέγουν τη ζωή τους», λέει η Aferdita Onuzi, εθνογράφος που έχει μελετήσει το burrneshat.
«Αν ένα κορίτσι επρόκειτο να αρραβωνιαστεί – αυτό αποφασιζόταν χωρίς ποτέ να τη ρωτήσουν- δεν την ρωτούσαν ούτε για την ηλικία στην οποία θα αρραβωνιαζόταν, ούτε για το πρόσωπο με το οποίο θα αρραβωνιαζόταν».
Υπάρχουν ακόμη πολλές παρανοήσεις γύρω από την συγκεκριμένη παράδοση. Το να γίνεις ορκισμένη παρθένα δεν ήταν συνήθως μια απόφαση που βασιζόταν στη σεξουαλικότητα ή την ταυτότητα φύλου, αλλά μάλλον στην ιδιαίτερη κοινωνική θέση που παρείχε σε όσους έπαιρναν τον όρκο.
«Η επιλογή ενός κοριτσιού να γίνει ορκισμένη παρθένα δεν έχει καμία σχέση με τη σεξουαλικότητα, είναι απλώς μια επιλογή να έχει έναν άλλο ρόλο, μια άλλη θέση στην οικογένεια», λέει η Aferdita.
Αλλά το να γίνεις burrnesha ήταν επίσης ένας τρόπος να ξεφύγεις από έναν κανονισμένο γάμο, χωρίς να ατιμάσεις την οικογένεια του γαμπρού.
«Αυτή η απόφαση σήμαινε ότι μπορούσαν να αποφύγουν μια αιματηρή βεντέτα μεταξύ δύο οικογενειών», λέει η Aferdita.
Σύμφωνα με το δίκαιο του Kanun, οι αιματηρές βεντέτες αποτελούσαν κοινωνική υποχρέωση για τη διαφύλαξη της τιμής. Μπορούσε να ξεκινήσουν από κάτι πολύ μικρό, όπως μια απειλή ή μια προσβολή, αλλά μερικές φορές κλιμακώνονταν σε δολοφονία, μετά την οποία η οικογένεια του θύματος θα έπρεπε να αναζητήσει τη δική της δικαιοσύνη σκοτώνοντας τον δολοφόνο ή κάποιο άλλο αρσενικό μέλος της οικογένειας του ενόχου.
Για πολλές νεαρές γυναίκες της εποχής, ο όρκος της αγαμίας τις απάλλασσε από τις αιματηρές βεντέτες.
«Ήταν ένας τρόπος για να ξεφύγουν», λέει η Aferdita.
Η παράδοση εξελίχθηκε με την πάροδο του χρόνου, περνώντας από τις αναγκαστικές αποφάσεις στις ενεργητικές επιλογές. «Η διαφορά μεταξύ του κλασικού burrneshat, με την εθνογραφική έννοια, και του σημερινού burrneshat είναι πολύ σημαντικό να σημειωθεί… Σήμερα είναι μια εντελώς προσωπική απόφαση», λέει η Aferdita.
Η Gjystina δεν εξαναγκάστηκε να γίνει burrnesha – περισσότερο, επέλεξε τη ζωή αυτή για τον εαυτό της. Μεγαλώνοντας στην κομμουνιστική Αλβανία, ένιωθε ότι οι άνδρες εκείνη την εποχή είχαν πολύ μεγαλύτερη ελευθερία.
«Υπήρχαν πολλές στιγμές που θεωρούνταν άνισες», λέει. «Οι γυναίκες ήταν πολύ απομονωμένες, περιορίζονταν στις δουλειές του σπιτιού και δεν είχαν δικαίωμα να μιλήσουν».
Η οικογένειά της -ιδιαίτερα η μητέρα της- αποδοκίμαζε την επιλογή της, ανησυχώντας ότι θυσίαζε την ευκαιρία της μητρότητας και μιας δικής της οικογένειας.
Για την Gjystina, η θυσία ανταμείφθηκε.
«Όταν αποφάσισα να γίνω burrnesha, κέρδισα περισσότερο σεβασμό», λέει.
Ωστόσο άλλες, επέλεξαν να γίνουν burrneshat επειδή ένιωθαν περισσότερο σαν άντρες.
«Ποτέ δεν συναναστράφηκα με γυναίκες, πάντα με άνδρες. Στα μπαρ, στο κάπνισμα…», λέει ο Drande, burrnesha που ζει στην παραλιακή πόλη Shëngjin και αναφέρεται στον εαυτό του με τον αρσενικό όρο.
«Πάντα ένιωθα σαν άντρας».
Για τον Drande, η υιοθέτηση της πρακτικής ήταν ένας τρόπος να απολαύσει τις ελευθερίες των ανδρών, όπως το κάπνισμα τσιγάρων και η κατανάλωση αλκοόλ, στοιχεία βαθιά ριζωμένα στην παράδοση της burrnesha.
Αυτό περιλάμβανε την κατανάλωση του παραδοσιακού αλβανικού αποστάγματος, rakia, που ιστορικά προορίζεται για τους άνδρες. Τώρα, ο Drande όχι μόνο το πίνει, αλλά παρασκευάζει και δικό του.
Ο Drande λέει ότι η επιλογή του να γίνει burrnesha του έδωσε μεγαλύτερη αποδοχή στην κοινωνία.
«Όπου κι αν πήγαινα, εισέπραττα ιδιαίτερο σεβασμό και αυτό ήταν ωραίο συναίσθημα. Με σέβονταν ως άνδρα και όχι ως γυναίκα… Ένιωθα πιο ελεύθερος με αυτόν τον τρόπο», λέει.
Αν και είναι περήφανος για τις θυσίες που έκανε για να γίνει burrnesha, παραδέχεται επίσης ότι αισθάνεται μοναξιά και λέει ότι έχει βιώσει αμφιβολίες.
«Σκέφτηκα για μια στιγμή πώς θα ήταν να είχα ένα παιδί που θα μπορούσε να με φροντίσει… Ήμουν πολύ άρρωστος και κανείς δεν ήταν κοντά για να με βοηθήσει. Αλλά ήταν μόνο για μια στιγμή, ένα κλάσμα του δευτερολέπτου».
Εκείνη την εποχή, αντιμετωπίζοντας μια κοινωνία με περιορισμένες επιλογές για τις γυναίκες, όσες έγιναν burrneshat έβλεπαν την επιλογή τους ως επιλογή ενδυνάμωσης. Ήταν «ένα είδος διαμαρτυρίας που μετατράπηκε σε θυσία», λέει η Aferdita.
Ωστόσο, επιλέγοντας να γίνουν άνδρες, ενίσχυσαν άθελά τους τις έμφυλες νόρμες, αποδεχόμενες τον ρόλο της γυναίκας ως κατώτερο.
Ακόμη και στην πρωτεύουσα, η ζωή για τις νέες γυναίκες σήμερα μπορεί να είναι δύσκολη. Η Valerjana δραστηριοποιείται μέσω social media για να βοηθήσει στην προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών. Αλλά η δράση της έφερε αρνητική προσοχή.
«Έλαβα πολλά μηνύματα από άνδρες, ακόμη και απειλητικά για τη ζωή μου… ρωτούσαν γιατί μιλούσα για τα δικαιώματα των γυναικών», λέει.
Φωτογραφίζει τη θεία της και άλλες burrneshat σε μια προσπάθεια να καταγράψει μια παράδοση που φθίνει.
«Ελπίζω οι μελλοντικές γενιές να ενδιαφερθούν για το θέμα, επειδή αποτελεί μέρος της ιστορίας μας ως παράδοση», λέει η Valerjana.
«Πλέον δεν χρειάζεται να είσαι burrnesha για να απολαμβάνεις ελευθερίες. Ως σύγχρονη γυναίκα δεν χρειάζεται να δώσεις όρκο».