«I Will Survive»… Και ποιος δεν έχει σιγοτραγουδήσει τον εμβληματικό ύμνο επιβίωσης της Γκλόρια Γκέινορ, παίρνοντας δύναμη για να συνεχίσει μετά από κάποια δύσκολη περίοδο της ζωής του;
Η θρύλος της ντίσκο Γκλόρια Γκέινορ (Gloria Gaynor) είναι διάσημη για το ότι τραγούδησε ένα από τα πιο iconic τραγούδια όλων των εποχών. Και εννοούσε κάθε λέξη.
Και ενώ σχεδόν όλοι ξέρουν το τραγούδι, λίγοι γνωρίζουν ότι μήνες πριν ηχογραφήσει το κλασικό πλέον «I Will Survive» («Θα Επιβιώσω») -πίσω από το οποίο κρύβεται ένας Έλληνας -το 1978, η δύο φορές νικήτρια Grammy χρειάστηκε να ξεπεράσει ένα «καταστροφικό» ατύχημα που συνέβη ενώ έπαιζε στη σκηνή στο Beacon Theatre της Νέας Υόρκης.
«Πέφτω προς τα πίσω πάνω από μια οθόνη στη σκηνή. Ξανασηκώθηκα, τελειώνω με την παράσταση, πήγα σπίτι, πήγα για ύπνο. Ξύπνησα το επόμενο πρωί με παράλυση από τη μέση και κάτω», αποκαλύπτει η 79χρονη τραγουδίστρια στο νέο ντοκιμαντέρ «Gloria Gaynor: I Will Survive», που έκανε πρεμιέρα στο Tribeca Festival πριν από λίγες ημέρες.
«Ήμουν στο νοσοκομείο για τρεις μήνες και εκεί έκανα την πρώτη φρικτή χειρουργική επέμβαση στη σπονδυλική στήλη. Δεν ήξερα αν θα περπατούσα ξανά».
Ακόμα χειρότερα, ενώ η τραγουδίστρια ήταν «ξαπλωμένη ανάσκελα» στο νοσοκομείο, έλαβε ένα γράμμα από τη δισκογραφική της εταιρεία που έλεγε ότι η δισκογραφική δεν επρόκειτο να ανανεώσει το συμβόλαιό της.
«Νόμιζα ότι όλα είχαν τελειώσει», λέει στο ντοκιμαντέρ. Αλλά ακόμη και στο χαμηλότερο σημείο της, η Γκέινορ δεν κατέρρευσε.
Λίγους μήνες μετά το ατύχημά της που παραλίγο να την αφήσει παράλυτη, βρισκόταν στο στούντιο κλαίγοντας για τη ζωή της για αυτό που θα γινόταν το χαρακτηριστικό της τραγούδι. Tα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Το «I Will Survive» -το οποίο, απροσδόκητα, κυκλοφόρησε αρχικά ως το B-side της διασκευής της Γκέινορ στο «Substitute» των Righteous Brothers- έγινε η πρώτη και μοναδική Νο 1 επιτυχία της και κέρδισε το πρώτο και μοναδικό Grammy για την καλύτερη δισκογραφική ηχογράφηση το 1980.
Το τραγούδι ακούγεται συνήθως μετά από πολλούς χωρισμούς, καθώς οι στίχοι του μιλούν για έναν δύσκολο χωρισμό, που όμως τελικά ο «ήρωάς» του βρίσκει δύναμη να τον ξεπεράσει.
Το 2016, η Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου χαρακτήρισε την ηχογράφηση του «Ι Will Survive» από την Γκέινορ ως «πολιτιστικά, ιστορικά ή καλλιτεχνικά σημαντική» επιλέγοντάς την για διατήρηση στο Εθνικό Μητρώο Καταγραφής.
Τα δύσκολα χρόνια της Γκλόρια Γκέινορ
Για την Γκέινορ, ήταν επίσης ένας πολύ προσωπικός ύμνος ανθεκτικότητας και επιμονής, καθώς υπέμεινε -και επέζησε- τα πάντα, από τη φτώχεια και τη σεξουαλική κακοποίηση ενώ μεγάλωνε, μέχρι την κακομεταχείριση από τον πρώην σύζυγό της, αλλά και μέχρι τον θάνατο της ντίσκο, που παραλίγο να σκοτώσει την καριέρα της.
Γεννημένη στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϊ, η Γκέινορ μεγάλωσε από τη μητέρα της σε ένα διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου με πέντε αδελφούς και μία αδελφή.
«Εγώ και ο μικρότερος αδελφός μου κοιμόμασταν στην κουζίνα», θυμάται, προσθέτοντας πως «ήμασταν πολύ, πολύ ευτυχισμένοι. Τα παιδιά δεν ξέρουν ότι είναι φτωχά, αρκεί να τα αγαπούν».
Παρ’ όλα αυτά, υπέστη το τραύμα της σεξουαλικής κακοποίησης, αρχικά στην ηλικία των 12 ετών, από τον τότε φίλο της μητέρας της.
«Ήρθε στο κρεβάτι μου ένα βράδυ και ξύπνησα με τον ίδιο να με αγγίζει πολύ ακατάλληλα», θυμάται στο ντοκιμαντέρ. «Στα 17 μου, παρενοχλήθηκα ξανά σεξουαλικά. Ήταν ο ξάδελφος του φίλου μου. Μου έκανε τα δικά του και με απείλησε ότι θα με σκοτώσει αν φωνάξω. Και κανείς δεν θα με άκουγε ούτως ή άλλως, επειδή δεν υπήρχε κανείς άλλος στο κτίριο εκτός από εμάς τους δύο».
Η Γκέινορ υπέφερε σιωπηλά. «Ποτέ δεν μίλησα γι’ αυτό και ποτέ δεν έκλαψα γι’ αυτό», αποκαλύπτει η Γκέινορ. «Η σεξουαλική κακοποίηση με έκανε να νιώθω ανάξια… Εσωτερικεύουμε όλη αυτή την τρέλα».
Πράγματι, για χρόνια τη στοίχειωνε -ακόμη και ασυνείδητα. «Ξέρετε, έχεις αυτά τα συναισθήματα βαθιά μέσα σου», λέει. «Αυτά τα πράγματα σε αγγίζουν σε ένα σημείο που δεν το ξέρεις καν, και αφήνουν σημάδια που δεν έχεις καν επίγνωση».
Στην πραγματικότητα, η Γκέινορ βλέπει αυτές τις πρώιμες κακοποιήσεις ως τον λόγο για τον οποίο αποδέχτηκε χρόνια κακομεταχείρισης και κακοποίησης από τον πρώην σύζυγό της, τον Λίνγουντ Σάιμον, τον οποίο παντρεύτηκε το 1979.
Αυτές οι «βαθιές ουλές», λέει, «μου επέτρεψαν να επιτρέψω να συμβούν αυτά τα πράγματα».
Ο Σάιμον την έστελνε να εργαστεί στην Ευρώπη με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, ενώ εκείνος παρέμενε στις ΗΠΑ διασκεδάζοντας και ερωτοτροπώντας. Μια φορά, όταν η Γκλόρια Γκέινορ επέστρεψε στο σπίτι, διαπίστωσε ότι ο Σάιμον είχε εγκαταστήσει κλειδαριά στο υπόγειο, ώστε να μπορεί να έχει τις προσωπικές του σχέσεις εκεί κάτω. Το ζευγάρι χώρισε το 2005.
Το 2020, η Γκέινορ έκανε μια θριαμβευτική επιστροφή υπό νέο μάνατζερ, κερδίζοντας το δεύτερο Γκράμι της για το γκόσπελ άλμπουμ της «Testimony». Και το νέο ντοκιμαντέρ είναι μια απόδειξη του ενστίκτου επιβίωσής της.
«Σίγουρα έχω επιβιώσει από πολλά πράγματα», λέει η ίδια. «Μερικές φορές τα σχέδιά μας πετυχαίνουν, αλλά μερικές φορές δεν τα καταφέρνεις ακριβώς».