Με πυρετώδεις ρυθμούς συνεχίζονται από αέρος και θαλάσσης οι έρευνες στον Ατλαντικό Ωκεανό για τον εντοπισμό του μικρού τουριστικού υποβρυχίου που εξαφανίστηκε ενώ επιχειρούσε κατάδυση στο ναυάγιο του Τιτανικού με πέντε επιβαίνοντες.
Σύμφωνα με την αμερικανική ακτοφυλακή, η επαφή του σκάφους επιφανείας MV Polar Prince, της OceanGate Expeditions, με το υποβρύχιο Titan διεκόπη μία ώρα και 45 λεπτά μετά την κατάδυσή του το απόγευμα της Κυριακής.
To μήκους 6,7 μέτρων και βάρους 10.432 κιλών υποβρύχιο είναι κατασκευασμένο από τιτάνιο και ανθρακονήματα τυλιγμένα με νήμα, κινείται μέσω ενός χειριστηρίου αντίστοιχου με αυτό του Playstation και μπορεί να καταδύεται σε βάθη 4.000 μέτρων χάρη στους τέσσερις ηλεκτρικούς προωθητήρες του. Διαθέτει κάμερες, φωτιστικά και σαρωτές για την εξερεύνηση του περιβάλλοντος στον βυθό.
Το υποβρύχιο χρησιμοποιεί τη δορυφορική τεχνολογία Starlink της SpaceX του Έλον Μασκ για την επικοινωνία, ενώ διαθέτει οξυγόνο για 96 ώρες, που φθάνει μέχρι την Πέμπτη – αν δεν επιταχυνθεί λόγω αγωνίας ο ρυθμός αναπνοής των επιβαινόντων.
Τα σενάρια για την αιτία εξαφάνισης του υποβρυχίου
Αν και είναι νωρίς για να πει κανείς τι έχει συμβεί, ειδικοί, σύμφωνα με τον Guardian, έχουν κάνει ορισμένα από τα πιθανότερα σενάρια για την τύχη του υποβρυχίου: από το να έχει μπλεχτεί στο κουφάρι του Τιτανικού, μέχρι μια διακοπή ρεύματος ή κάποιο πρόβλημα στα συστήματα επικοινωνίας του.
Το ναυάγιο του Τιτανικού βρίσκεται στον βυθό του Ατλαντικού ανοικτά του Νιουφάουντλαντ του Καναδά, σε βάθος περίπου 3.800 μέτρων, και περιβάλλεται από συντρίμμια. «Υπάρχουν παντού, είναι επικίνδυνα τα πράγματα», δήλωσε ο Φρανκ Όουεν, απόστρατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού της Αυστραλίας.
Ο ίδιος σημειώνει ότι το τελευταίο σήμα που εξέπεμψε το υποβρύχιο ήταν περίπου ένα τέταρτο προτού ολοκληρώσει τη δίωρη κατάδυσή του, άρα ίσως βρισκόταν κοντά ή πάνω στον βυθό. Το Titan αναπτύσσει μέγιστη ταχύτητα τριών κόμβων, αλλά μικρότερη όσο μεγαλώνει το βάθος κατάδυσης.
Στην περίπτωση που το υποβρύχιο μπλέχτηκε στο κουφάρι του Τιτανικού ή έπαθαν βλάβη τα συστήματα επικοινωνίας του, διαθέτει έρμα που μπορεί να απελευθερώσει σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, δημιουργώντας αρκετή άνωση για να ανέλθει στην επιφάνεια. Εφόσον ανέβει στην επιφάνεια, το υποβρύχιο διαθέτει μια σειρά από φώτα, ανακλαστήρες, συστήματα σημάτων και άλλον εξοπλισμό για να τραβήξει την προσοχή των αεροσκαφών και πλοίων που το αναζητούν.
Ρήγμα στο εσωτερικό κύτος πίεσης
Ένα άλλο σενάριο είναι να υπήρξε κάποια διαρροή στο εσωτερικό κύτος του υποβρυχίου, που είναι σχεδιασμένο για να αντέχει την πίεση στη διάρκεια της κατάδυσης. Σε μια τέτοια περίπτωση οι οιωνοί δεν είναι καλοί, σημειώνει ο Άλαστερ Γκρεγκ, καθηγητής Ναυπηγικής Μηχανικής στο University College του Λονδίνου.
«Αν το υποβρύχιο κατέληξε στον βυθό της θάλασσας και αδυνατεί με δική του ισχύ να ανέλθει στην επιφάνεια, οι επιλογές είναι πολύ περιορισμένες. Αν και μπορεί να είναι ακόμα ανέπαφο, εφόσον βρίσκεται πέρα από την υφαλοκρηπίδα, ελάχιστα σκάφη μπορούν να φθάσουν σε τέτοιο βάθος και σίγουρα όχι δύτες», πρόσθεσε.
Επιχείρηση διάσωσης στον βυθό του Ατλαντικού είναι «πολύ δύσκολη», συμφωνεί και ο απόστρατος υποναύαρχος του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού, Κρις Πάρι. «Η φύση του βυθού είναι κυματιστή. Ο ίδιος ο Τιτανικός βρίσκεται σε μια τάφρο. Υπάρχουν πολλά συντρίμμια τριγύρω και θα είναι όντως πολύ δύσκολη η προσπάθεια να ξεχωρίσει κανείς με σόναρ κάτι και να προσπαθήσει να στοχοθετήσει την περιοχή την οποία θέλει να ερευνήσει ένα άλλο βαθυσκάφος».
Τι μπορεί να γίνει για τον εντοπισμό του υποβρυχίου
Αμερικανικά και καναδέζικα αεροσκάφη, καθώς και πλοία χτενίζουν την περιοχή, αλλά οι έρευνες περιπλέκονται λόγω του ότι τα πληρώματα δεν γνωρίζουν αν ανέβηκε στην επιφάνεια το υποβρύχιο, άρα πρέπει να ψάχνουν τόσο στην επιφάνεια του ωκεανού όσο και στα βάθη του, δήλωσε ο αντιναύαρχος Τζον Μόγκερ της ακτοφυλακής των ΗΠΑ, που εποπτεύει την επιχείρηση έρευνας και διάσωσης.
Την ίδια ώρα, καταβάλλονται προσπάθειες για την εξασφάλιση ενός τηλεχειριζόμενου βαθυσκάφους (ROV), που μπορεί να φθάσει στον βυθό το συντομότερο δυνατόν. Τα βαθυσκάφη αυτά πέφτουν από την πλευρά του μητρικού σκάφους με το οποίο συνδέονται με καλώδια σαν «ομφάλιο λώρο», τα οποία επιτρέπουν στο χειριστή να χειρίζεται τους προωθητήρες τους και να στέλνουν δεδομένα από το σόναρ και τις κάμερές τους σε πραγματικό χρόνο.
Ωστόσο, επειδή είναι μεγάλος ο αριθμός των συντριμμιών του Τιτανικού στον βυθό του Ατλαντικού, μπορεί να χρειαστεί αρκετός χρόνος μέχρι να ξεχωρίσουν οι υπεύθυνοι της έρευνας το υποβρύχιο από τα συντρίμμια. Τουλάχιστον έχουν ένα σημείο εκκίνησης: την τελευταία γνωστή θέση του υποβρυχίου, όταν χάθηκε μαζί του η επικοινωνία.