«Η ΝΔ θα εφαρμόσει ως κυβέρνηση όχι μόνο όσα υπόσχεται, αλλά ακόμα περισσότερα θετικά μέτρα», προαναγγέλλει ο τέως αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών και υποψήφιος βουλευτής Επικρατείας, Θεόδωρος Σκυλακάκης, σε συνέντευξή του στο «Πρώτο Θέμα».
Τονίζει ότι η κατάσταση στην οικονομία θα βελτιωθεί περαιτέρω «και αυτό θα γίνει αισθητό σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.
Όπως σημειώνει, μείωση της φορολογίας και κοινωνικό κράτος θα είναι οι δύο βασικές προτεραιότητες της ΝΔ.
«Την τετραετία 2019-2023 της διακυβέρνησής μας θέσαμε τις βάσεις για την επίτευξη ενός μεγάλου στόχου, αυτού της μαζικής αλλαγής φορολογικής συμπεριφοράς. Έγιναν αξιοσημείωτα βήματα αναφορικά με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, την ψηφιοποίηση των συστημάτων και κυρίως τον τερματισμό της υπερφορολόγησης, που ήταν το ισχυρότερο κίνητρο φοροδιαφυγής στα χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτές οι πρωτοβουλίες οδήγησαν σε σημαντική μείωση του “κενού ΦΠΑ” (VAT gap, εργαλείο με το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μετράει τη φοροδιαφυγή). Για την περαιτέρω μείωσή του δρομολογείται μία σειρά πρωτοβουλιών που θα λάβει χώρα μέσα στην τετραετία 2023-2027. Μεταξύ αυτών είναι η σύνδεση του POS με τις ταμειακές -εντός των επόμενων μηνών- που θα βάλει τέλος στις μη πραγματικές αποδείξεις. Ακόμη, το 2024 θα έρθει το ηλεκτρονικό δελτίο αποστολής, το οποίο θα αλλάξει όλη την εικόνα στη διακίνηση αγαθών, ενώ εντός της επόμενης τριετίας θα εφαρμοστεί και το ηλεκτρονικό τιμολόγιο. Χάρη στο τελευταίο, η φορολογική αρχή θα έχει πλήρη εικόνα για τις αγορές και τις πωλήσεις, καθώς και για ό,τι υπάρχει στις αποθήκες των επιχειρήσεων. Με τη χρήση των νέων τεχνολογιών θα γίνονται στοχευμένοι έλεγχοι σε εκείνους που θα είναι πιθανότερο -βάσει των στοιχείων από ηλεκτρονικά τιμολόγια- να προβούν σε φοροδιαφυγή. Επιπλέον, η συνέχιση των πολιτικών παροχής κινήτρων, οι οποίες αφορούν στην επιβράβευση των φορολογούμενων που είναι συνεπείς έναντι αυτών που επιλέγουν τον δρόμο της φοροδιαφυγής, θα συμβάλλει στην προσπάθεια που καταβάλλεται για αλλαγή της φορολογικής συμπεριφοράς», σχολιάζει.
«Πρέπει να γίνουν περισσότερες μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την επενδυτική δυναμική που απέκτησε η χώρα την τετραετία 2019-2023. Καταφέραμε να καλύψουμε μέρος του μεγάλου επενδυτικού κενού που παραλάβαμε από τον ΣΥΡΙΖΑ (το 2019 οι επενδύσεις κυμαίνονταν λίγο πάνω από το 10% του ΑΕΠ). Και ενώ φέτος θα υπερβούν το 15% του ΑΕΠ, απαιτείται σκληρή δουλειά για να φτάσουμε στα επίπεδα του 22%», υπογραμμίζει.
Και επισημαίνει πως «για να στηρίξει σημαντικές νέες επενδύσεις η αγορά εργασίας θα πρέπει να δοθούν ακόμη περισσότερα κίνητρα -στη φιλοσοφία αυτών που έχουμε ήδη δώσει- σε ανθρώπους που θέλουν να εργαστούν, πχ σε νέες μητέρες, νέους που έχουν “παγιδευτεί” στην παράτυπη οικονομία, ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας κ.ά.».