Αλήθεια ποιος μπορεί να πίστευε πριν τριάντα δύο μήνες ότι η νέα κυβέρνηση που αναδεικνυόταν πανηγυρικά, εκφράζοντας το λαϊκό αίτημα αλλαγής πορείας, κανονικότητας, ασφάλειας, βαθιών μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης θε έπεφτε πάνω στα ναρκοπέδια του μεταναστευτικού, μιας προσπάθειας τουρκικής εισβολής στον Έβρο και συνεχών εκφράσεων της προκλητικότητας και επιθετικότητας της γείτονος χώρας, της πανδημίας του κορονοϊού που χτύπησε τον πλανήτη, του πληθωρισμού παγκόσμια, της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης;
Όση μαντική ικανότητα και αν διαθέτουν κάποια στελέχη της αντιπολίτευσης και ορισμένοι δημοσιολογούντες που δηλώνουν ότι «τα είχαν πει», νομίζω ότι η ειλικρινής απάντηση είναι κανείς. Εδώ όλος ο πλανήτης πλην Μπάιντεν ορκιζόταν μέχρι και την ημέρα της βάρβαρης εισβολής, ότι ο Πούτιν δεν θα προχωρούσε σε πολεμική επιχείρηση.
Ωστόσο, όπως και να είναι βρισκόμαστε σε άλλη φάση, άλλη εποχή. Πολλά είδαμε τα τελευταία χρόνια και πολλά μάλλον θα δούμε. Μιλάμε για πρωτοφανή, αιφνιδιαστικά, αναπάντεχα φαινόμενα που ασφαλώς θα πλήξουν, όπως και πλήττουν και τώρα την χώρα. Δεν θα είναι «φαινόμενα Μητσοτάκη», κατά το κωμικοτραγικό «ακρίβεια Μητσοτάκη» του Αλέξη Τσίπρα.
Μιλάμε για φαινόμενα που θα συνδέονται με τις γεωστρατηγικές ανακατατάξεις, εκδηλώσεις οικονομικών κρίσεων, νέα μεταναστευτικά ρεύματα, εκδηλώσεις της κλιματικής κρίσης κ.ά. Η κυβέρνηση όφειλε και οφείλει να προετοιμάσει την κοινωνία και τους πολίτες γι’ αυτό και μαζί με την κυβέρνηση το σύνολο του πολιτικού κόσμου, ο οποίος θα πρέπει να μάθει την γλώσσα της στοιχειώδους αλήθειας και ευθύνης.
Ίσως φαίνεται δύσκολο σε μια χώρα που ενώ ο πλανήτης είναι σε αναβρασμό και συζητείται ακόμα και η προοπτική χρήσης πυρηνικών όπλων ή επισιτιστικής κρίσης, συζητάμε αν θα γίνουν εκλογές, αν θα αλλάξει ο εκλογικός νόμος.
Βρισκόμαστε όμως σε άλλη φάση στη χώρα κυρίως από την άποψη της οικονομικής δυσκολίας των νοικοκυριών να ανταπεξέλθουν στα τιμολόγια της ενέργειας, την τιμή της βενζίνης, τις αυξήσεις στα καταναλωτικά προϊόντα. Αυτό απασχολεί κύρια και ίσως στην πραγματικότητα μοναδικά.
Στις έρευνες κοινής γνώμης δηλώνονται και ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο κορονοϊός και άλλα με μικρότερα ποσοστά. Επιμένω. Ένα είναι το πρόβλημα: Η ακρίβεια και η είσοδος σε μια φάση που το μέσο νοικοκυριό αρχίζει να αισθάνεται ότι «δεν την βγάζει».
Ακόμα και όσοι δηλώνουν για παράδειγμα τον πόλεμο, τον δηλώνουν εν μέρει λόγω των ενεργειακών, οικονομικών παρενεργειών που υπάρχουν ή που φοβούνται ότι θα ακολουθήσουν. Δεν θα μπορούσε να είναι κι αλλιώς. Όταν το 20%-25% δηλώνει ήδη ότι δεν μπορεί να ανταπεξέλθει και οι δύο περίπου στους τρεις ότι ακόμα πληρώνουν κανονικά αλλά με δυσκολία, δεν χρειάζονται παραπέρα αναλύσεις.
Όταν δε επικρατεί πλήρης απροσδιοριστία ως προς τον χρονικό ορίζοντα που θα κρατήσει όλο αυτό το κύμα ανατιμήσεων, το πρόβλημα μεγαλώνει. Πολύ περισσότερο όταν μιλάμε για μια χώρα που λόγω της δεκαετίας της χρεοκοπίας και των μνημονίων οι μισθοί είναι χαμηλοί και από την άλλη το χρέος τεράστιο.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να πάρει μέτρα στήριξης των πιο ευάλωτων κοινωνικά ομάδων και πολλοί τα βλέπουν θετικά. Οι πολίτες δεν ζουν σε άλλο πλανήτη όπως πολλά στελέχη της Αντιπολίτευσης που θυμήθηκαν το 2012-2015 και βλέπουν στις δυσκολίες της συγκυρίας απλά μια ευκαιρία να εισπράξουν ψήφους.
Βλέπουν την προσπάθεια, όπως την είδαν και στην περίοδο του κορονοϊού όταν ολόκληροι κλάδοι στηρίχτηκαν με το πακέτο των 43 δισ. ευρώ που ορισμένοι στην Αντιπολίτευση ζητούν τώρα ευθύνες, όταν σ΄όλο αυτό το διάστημα πρότειναν κι άλλα, κι άλλα μέτρα και μάλιστα εμπροσθοβαρή από τον Μάρτιο- Απρίλιο του 2020.
Ωστόσο, το πρόβλημα δεν είναι αυτό. Το πρόβλημα είναι αν τους φτάνουν αυτά τα μέτρα και αν η τσέπη αντέχει. Όταν υπάρχει αυτό το πρόβλημα αρχίζουν πολλοί να μην ακούν, αρχίζει να εκδηλώνεται ένας γενικότερος αρνητισμός και το φάντασμα του λαϊκισμού ξαναζωντανεύει.
Οι πολίτες κατανοούν ότι οι ρίζες αυτού του κύματος ακρίβειας βρίσκονται στα προβλήματα της διεθνούς συγκυρίας. Ωστόσο σε κάποιον πρέπει να απευθυνθούν και αυτός δεν είναι άλλος από την κυβέρνησή του.
Οι πολίτες – το δείχνουν και αυτό οι έρευνες – κατανούν ότι καμία χώρα της ΕΕ δεν θα μπορέσει να αντέξει για πάρα πολύ ακόμα και αν η ΕΕ δεν αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες ενεργειακής απεξάρτησης και οικονομικής στήριξης των κρατών μελών της. Ωστόσο, οι λογαριασμοί έρχονται τώρα και έχουν την κακή συνήθεια να μην περιμένουν πότε θα αποφασίσει μια Σύνοδος Κορυφής ή η ΕΚΤ.
Αυτό αποτυπώνουν οι έρευνες της τελευταίας περιόδου. Η οικονομική κατάσταση πιέζει και αυτό επιφέρει πολιτικές μετατοπίσεις. Η κυβέρνηση υφίσταται απώλειες και βρίσκεται στο 27%-31% στην απλή πρόθεση ψήφου (σύμφωνα με τις έρευνες), ο ΣΥΡΙΖΑ εισπράττει αλλά απελπιστικά λίγο για αυτόν, το ΚΙΝΑΛ εισπράττει αν και η πορεία ανόδου του κάπου έχει φρεναριστεί και στο επόμενο διάστημα θα δούμε αν θα μπορέσει να επιτύχει την σταθεροποίησή του ή την είσοδο σε μια φάση σταδιακής απώλειας δυνάμεων.
Στην πραγματικότητα πλην του ΚΙΝΑΛ που έχει ορατή και σημαντική άνοδο σε σχέση με τις έρευνες στα τέλη του 2021, οφέλη καταγράφουν ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ, το … Κόμμα Κασιδιάρη, το λευκό/ άκυρο, ενώ οι αναποφάσιστοι αυξάνουν. Συνυπάρχουν εν ολίγοις δηλαδή η συγκρατημένη ενίσχυση δυνάμεων που «έπαιξαν» και «παίζουν» λαϊκίστικα σε όλα τα θέματα (κορονοϊός, πόλεμος, οικονομία) και μια τάση αποστασιοποίησης.
Αναφερόμαστε σε αλλαγές που δεν αλλάζει δύο μεγέθη: Την πρωτιά της ΝΔ στην πρόθεση ψήφου με διαφορά 7% – 10% και την προτίμηση στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη για πρωθυπουργό της χώρας σχεδόν με διπλάσια ποσοστά από τον Αλέξη Τσίπρα. Ωστόσο υπάρχουν σε εξέλιξη διεργασίες που ήδη φαίνονται και που η εξέλιξή τους θα εξαρτηθεί από τον χρόνο που θα κρατήσει το τσουνάμι.
Αν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο που θα διαρκέσει τρεις ή έξι μήνες, οι διεργασίες θα ενισχυθούν και μαζί με αυτές η γενικότερη αμφισβήτηση των δυνατοτήτων του Πολιτικού Συστήματος να ανταπεξέλθει. Ας μη γελιούνται δε κάποιοι. Αυτοί που θα την πληρώσουν έστω και αν αυτό έχει άλλη διάσταση για τον καθένα, θα είναι οι τρεις συστημικές δυνάμεις που είναι η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ.
Η ανέχεια και η οικονομική δυσπραγία τροφοδοτεί αμφισβήτηση, λαϊκισμό, ανορθολογισμό, φόβο, οργή και βέβαια αντισυστημισμό. Δεν νομίζω ότι καμία από αυτές τις τρεις δυνάμεις και παρόλες τις φιλότιμες προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να εμφανιστούν αντισυστημικές.
Αυτή είναι η ευθύνη της κυβέρνησης αλλά και των άλλων βασικών κομμάτων. Τα εύκολα λόγα, οι μεγαλόστομες υποσχέσεις ειδικά από αυτούς που ποτέ δεν τις τίμησαν, το λαϊκίστικο παιχνίδι δεν θα φέρουν ξανά κέρδη στους ίδιους. Θα κερδίσει τελικά αυτός που θα χαράξει σταθερή γραμμή αλήθειας, ευθύνης, ενίσχυσης της Οικονομίας ώστε να μην κινδυνεύσει και πάλι η χώρα, βαθιών Μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα , που θα πείσει ότι προτείνει μέτρα που δεν τα τινάζουν όλα στον αέρα βάζοντας μπουρλότο στην χώρα, την κοινωνία, τη ζωή των πολιτών.
Αυτή είναι η δύσκολη άσκηση για την κυβέρνηση, αλλά και όλου του Πολιτικού Συστήματος. Ας τα σκεφτούν όλοι, αν δεν θέλουν να αυξηθεί η αποχή και η πολιτική αποστασιοποίηση, οι δυνάμεις αυτή την φορά της ακροδεξιάς και αν δεν θέλουν να δουν μια εξελιγμένη ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ στη Βουλή ή κάποιον «σωτήρα» σαν τους πολλούς που εμφανίστηκαν το 2011-2015 να κάνει την εμφάνισή του.
Δύσκολη φάση για να είσαι κυβέρνηση ή ακόμα και συστημικός λαϊκιστής που μπορεί κάποιοι άλλοι ίσως εκφράσουν καλύτερα τον ανορθολογισμό μιας κοινωνίας που μπορεί να ψάχνεται. Έτσι όμως είναι η ζωή και η Πολιτική. Σε τέτοιες φάσεις τελικά δοκιμάζεται και η ιδεολογική, πολιτική ηγεμονία.
*Ζαχαρίας Ζούπης, Διευθυντής Ερευνών – Πολιτικός Αναλυτής