Το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να είναι ανεξίτηλο brand name ποπ κουλτούρα, αλλά περασμένης νοσταλγικής εποχής. Τις ημέρες αυτές ένας ζαχαροπλάστης σε πόλη της βορείου Ελλάδας, είχε την έμπνευση να παρασκευάσει σοκολατένια αυγά… ΠΑΣΟΚ, με πράσινη ζαχαρόπαστα και χαρτονομίσματα να τα κοσμούν. Έγιναν ανάρπαστα και δέχτηκε παραγγελιές από όλη την Ελλάδα, της Κρήτης φυσικά μη εξαιρουμένης! Επίσης, κατά την πανδημία σκόρπιζαν ευθυμία τα memes, για το τι είδους παροχές θα είχε ο Αντρέας στους ηλικιωμένους. Αυτά όμως δεν έχουν αντίκρισμα στο σήμερα.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, ανέταξε τα δημοσκοπικά ποσοστά του ΚΙΝΑΛ, ωστόσο είναι αναγκασμένος να ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί και να διατηρεί μια ισορροπία τρόμου, ενώ παραμονεύει το χάος της κατάρρευσης σε ενδεχόμενες δεύτερες εκλογές. Μπορεί να είναι άδικο γι’ αυτόν, αλλά οι καιροί δεν ρωτάνε. Εννοούμε ως άδικο το γεγονός ότι παρέλαβε ένα τραυματισμένο, ταλαιπωρημένο κόμμα, και προσπαθεί να το επαναφέρει με αξιώσεις στην πολιτική σκηνή, με δική του ταυτότητα και όχι ως παρακολούθημα των δύο μεγαλύτερων. Ενίοτε κάνει ενδιαφέρουσες προτάσεις (δεν λέμε σωστές κατ΄ ανάγκην, λέμε ενδιαφέρουσες). Όπως αυτή για την κοινωνική κατοικία, την οποία πήρε βέβαια από τον Πορτογάλο πρωθυπουργό Αντόνιο Κόστα.
Ή το πλαφόν στη ρήτρα αναπροσαρμογής στη λιανική τιμή του ρεύματος, κατηγορώντας την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ ότι επικεντρώνονται στο πλαφόν στη χονδρική τιμή, κλείνοντας το μάτι στην κερδοσκοπία. Και πάλι δεν λέμε ότι οι προτάσεις του είναι σωστές. Δεν είναι αυτό το θέμα μας. Λέμε ότι είναι άδικο να μην έχει την ευχέρεια να τις συζητήσει, να τις θέσει στη δημόσια συζήτηση, καθώς όπου βρεθεί και σταθεί, σε όποιο ΜΜΕ και να μιλήσει, η ερώτηση καταπέλτης είναι μία: Με ποιον θα συνεργαστείτε στις εκλογές; Η πίεση του ερωτήματος είναι τεράστια και θα συνεχιστεί, ενώ ενδέχεται να καθορίσει την εκλογική πορεία του κόμματος, περισσότερο από το όποιο τεκμηριωμένο κυβερνητικό πρόγραμμα παρουσιάσει. Και δεν ξέρουμε αν την αντιμετωπίζει με τον κατάλληλο τρόπο. Σε συνέντευξή του π.χ. στο Ράδιο Θεσσαλονίκη υποστήριξε ότι «δεκανίκι της Κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι ο κ. Τσίπρας γιατί ο ελληνικός λαός δίνει άλλοθι στα λάθη της ΝΔ επειδή φοβάται την επιστροφή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στον πρωθυπουργικό θώκο». Σωστό εν μέρει, αλλά δεν τον βοηθάει να απαλλαγεί από το ερώτημα. Αντιθέτως, το δυσκολεύει με ρηξικέλευθες απαντήσεις του στυλ «από εμάς πρωθυπουργική καρέκλα δεν θα δει ούτε ο κ. Τσίπρας ούτε ο κ. Μητσοτάκης», όπως είπε στο προσυνέδριο του κόμματος για την ενέργεια στην Κοζάνη. Χειροκροτήθηκε θερμά από τους παρευρισκόμενους, άλλωστε κομματικό ακροατήριο ήταν, αλλά ίσως καλό θα ήταν το περιβάλλον του να αναρωτηθεί μήπως αυτή η κατηγορηματικότητα επιτείνει την ανασφάλεια του εκλογικού του κοινού, ενώ και ο ίδιος δίνει την εντύπωση μικρομεγαλισμού. Με την πρώιμη αυτή στάση ίσως περιχαρακώνει τα ποσοστά του αλλά δεν βοηθάει στην προσέλευση νέων ψηφοφόρων. Και κυρίως κινδυνεύει να δώσει τη δυνατότητα στον Μητσοτάκη, αφενός να τον κατηγορήσει ως παράγοντα αστάθειας, αφετέρου να βρει ευκαιρία να πάει στις δεύτερες εκλογές της ενισχυμένης αναλογικής. Και επειδή ο λαός δικαίως φοβάται την ακυβερνησία, θα δώσει την ψήφο του στο κόμμα που έχει τη δυνατότητα να σχηματίσει κυβέρνηση.
Σε αυτή την περίπτωση – εφόσον θα παίζεται η διακυβέρνηση της χώρας – τα ποσοστά του ΚΙΝΑΛ θα συρρικνωθούν. Αλλωστε το ΚΙΝΑΛ έλκει εκλογικευμένη ψήφο, που δεν έχει σχέση με την αυριανική των Πασόκων που κατέφυγαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο ως μικρομεγαλισμός εξελήφθη ο ισχυρισμός του στο φόρουμ των Δελφών, ότι ζητάει εντολή για κυβέρνηση με σοσιαλδημοκρατικό κορμό. Αντιθέτως, πιο ρεαλιστική και πειστική ακούστηκε η απάντησή του στο φόρουμ του Οικονομικού Ταχυδρόμου, ότι «Το βράδυ των εκλογών θα έχουμε τη δύναμη να επιβάλουμε πρόσωπα και πολιτικές. θα έχουμε τη δύναμη να επιβάλλουμε τις δικές μας πολιτικές και τα πρόσωπα υψηλής αξιοπιστίας». Είθε. Είθε, γιατί η διακυβέρνηση της χώρας χρειάζεται να απαλλαγεί από την έντονη κομματικοποίηση.
Παρότι ο Μητσοτάκης έχει αναθέσει υπευθυνότητες σε μη κομματικά πρόσωπα, μια κυβέρνηση συνεργασίας θα διαπλάτυνε τη βάση στελέχωσης του κυβερνητικού επιτελείου με κατά τεκμήριον αρίστους (λέξη που περιφρονεί ο χυδαίος λαϊκισμός του ΣΥΡΙΖΑ). Και όσο πιο ψηλά τα ποσοστά του δεύτερου κόμματος, τόσο πιο αποφασιστικά θα μπορεί να παρέμβει στις επιλογές. Αρκεί να μην τα ψαλιδίσει από μόνο του.