Σε μια ασυνήθιστα δυναμική και αποφασιστική απόρριψη του δημοφιλέστερου από τα κρυπτονομίσματα, του Bitcoin, προβαίνουν στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς το χαρακτηρίζουν ακατάλληλο τόσο ως μέθοδο πληρωμής όσο και ως επενδυτικό μέσο.
Σε σχετική έκθεσή τους, που δημοσιεύεται στο ιστολόγιο της ΕΚΤ, οι Ούρλιχ Μίντσελ και Γιούργκεν Σχαφ αναφέρουν ότι η πρόσφατη σταθεροποίηση της αξίας του Bitcoin περίπου στα 20.000 δολάρια ήταν μια «τεχνητά προκληθείσα τελευταία πνοή πριν από τον δρόμο προς μια κατάσταση απολύτως αδιάφορη». Το επίπεδο των 20.000 δολαρίων είναι κάτω από το ανώτατο όριο στο οποίο είχε εκτοξευθεί το Bitcoin το 2021 όταν έφθασε τα 69.000 δολ.
Τα δύο στελέχη της ΕΚΤ απορρίπτουν έτσι τις εκτιμήσεις πως θα ανακάμψει το Bitcoin. Οι δύο αξιωματούχοι υποστηρίζουν ιδιαιτέρως ότι το bitcoin είναι «αμφισβητούμενο» ως μέσο πληρωμής, λόγω του «εννοιολογικού σχεδιασμού και των τεχνολογικών του ελλείψεων», που καθιστούν τις συναλλαγές του «δυσκίνητες, αργές και ακριβές». Καλούν μάλιστα τις ρυθμιστικές αρχές να μη δώσουν στο ψηφιακό νόμισμα νομιμότητα στο όνομα της καινοτομίας.
Πρόκειται για μια ασυνήθιστα αποφασιστική παρέμβαση σε μια εποχή που εντείνεται ο προβληματισμός για τα κρυπτονομίσματα, αλλά και αυξάνονται οι συζητήσεις για τις δυνατότητες ρύθμισης του αδιαφανούς κλάδου, που εξακολουθεί να προσελκύει αλλά και να φοβίζει. Συμπίπτει, άλλωστε, με την πρόσφατη κατάρρευση δύο εταιρειών που δραστηριοποιούνταν στη σφαίρα των κρυπτογραφημένων αξιών, του χρηματιστηρίου FTX και μιας τράπεζας κρυπτονομισμάτων, που είναι πιθανόν να σηματοδοτούν την αρχή ενός ντόμινο πτωχεύσεων στον κλάδο.
«Το Bitcoin δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ σε σημαντικό βαθμό για νόμιμες συναλλαγές στον πραγματικό κόσμο», επισημαίνουν οι δύο αξιωματούχοι, ενώ εκφράζουν κατηγορηματικά την εκτίμηση πως το κρυπτονόμισμα ουδέποτε «ήταν κατάλληλο ως επένδυση» και ότι η αποτίμησή του στην αγορά «βασίστηκε καθαρά σε κερδοσκοπία».
Οπως τονίζουν χαρακτηριστικά, το Bitcoin «δεν δημιουργεί ταμειακές ροές, όπως συμβαίνει με τα ακίνητα ούτε μερίσματα όπως συμβαίνει με τις μετοχές, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί παραγωγικά όπως μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα εμπορεύματα και σε καμία περίπτωση δεν παρέχει κοινωνικά οφέλη, όπως ο χρυσός». Στην ανάλυσή τους στρέφονται, άλλωστε, και κατά των ρυθμιστικών αρχών, καθώς υπογραμμίζουν πως τα υφιστάμενα ρυθμιστικά πλαίσια διαμορφώθηκαν από παρανοήσεις, συμπεριλαμβανομένης της πεποίθησης ότι η καινοτομία πρέπει να προωθηθεί με κάθε κόστος. Τάσσονται, έτσι, ανοικτά κατά οποιασδήποτε προσπάθειας νομιμοποίησης του bitcoin και επομένως όλων των κρυπτονομισμάτων, καθώς υπογραμμίζουν:
«Δεδομένου ότι το Bitcoin δεν φαίνεται να είναι κατάλληλο ούτε ως σύστημα πληρωμών ούτε ως μορφή επένδυσης, δεν θα πρέπει να ρυθμίζεται από κανονιστικούς όρους και επομένως δεν πρέπει να νομιμοποιείται».