Διεθνές εγκληματικό δίκτυο που δραστηριοποιούταν στην εμπορία και εκμετάλλευση αλλοδαπών γυναικών από τη Λατινική Αμερική, εξάρθρωσε η Ελληνική Αστυνομία.
Η συστηματική και μεθοδική έρευνα της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής σε συνδυασμό με την ενεργοποίηση διαύλων διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας, επέφερε ακόμη ένα σημαντικό πλήγμα στα οργανωμένα κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων.
Το δίκτυο, αποτελούνταν από δύο εγκληματικές οργανώσεις, τα μέλη των οποίων προέβαιναν στην εμπορία γυναικών -με δραστηριότητα τόσο στη χώρα μας όσο και στην Κολομβία – κυρίως από τη Λατινική Αμερική, με σκοπό την οικονομική και γενετήσια εκμετάλλευσή τους και την επακόλουθη νομιμοποίηση εσόδων από την εγκληματική τους δραστηριότητα.
Μετά από συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, στο πλαίσιο της οποίας, χθες το πρωί και το μεσημέρι (30 Ιουνίου 2023) σε Αττική και Θεσσαλονίκη, συνελήφθησαν 11 μέλη του εγκληματικού δικτύου, ενώ ταυτόχρονα διενεργήθηκε έλεγχος σε δεκατρείς οίκους ανοχής, όπου συνελήφθησαν και 11 γυναίκες, ως προσωπικό των οίκων ανοχής.
Οι μαστροποι στρατολογούσαν και μέσω εφαρμογών διαδικτυακά και διά ζώσης στην Κολομβία. Ορισμένοι είχαν συλληφθεί στο παρελθόν για αντίστοιχες υποθέσεις.
Παράλληλα, διασώθηκαν 51 θύματα γυναίκες, από τις οποίες 48 υπήκοοι Κολομβίας, 2 Βενεζουέλας και 1 Αλβανίας, στις οποίες παρασχέθηκε αρωγή και προστασία.
Η έρευνα ξεκίνησε τον Ιανουάριο όταν γειτόνισσα σε διαμέρισμα που έμεναν οι γυναίκες είδε κινητικότητα με πολλές γυναίκες να έρχονται και να φεύγουν. Η επιχείρηση ονομάστηκε Αμαρυλλίς γιατί ήταν ψευδώνυμο γυναίκας που στρατολογούσε θύματα από την Κολομβία
Τη διεύθυνση της οργάνωσης είχαν Έλληνες τη στρατολόγηση είχαν αναλάβει Κολομβιανοί, ενώ έχουν συλληφθεί και Αλβανοί.
Πώς δρούσε το εγκληματικό δίκτυο
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μέλη των αλληλένδετων αυτών εγκληματικών οργανώσεων είχαν οικοδομήσει δίκτυο εντοπισμού γυναικών, τις οποίες έπειθαν να ταξιδέψουν στην Ελλάδα, αποσπώντας τη συναίνεση τους, με απατηλά μέσα και ψευδείς υποσχέσεις, για παροχή εργασίας με υψηλές απολαβές και υπό καλές συνθήκες.
Με τον τρόπο αυτό τις εγκαθιστούσαν σε διαμερίσματα και τις μετέφεραν σε οίκους ανοχής όπου τις εκμεταλλεύονταν καθημερινά, χωρίς ρεπό.
Έκαναν μέχρι και 20 ερωτικά ραντεβού τη μέρα. Χαρακτηριστικό της σκληρότητας με την οποία φέρονταν στις γυναίκες – θύματα, ήταν ότι όταν αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας ή κατά την εμμηνορρυσία, προέβαιναν σε απειλές σε βάρος τους, με αφαίρεση των ταξιδιωτικών τους εγγράφων, εξευτελισμούς και την επιβολή προστίμων ύψους 100 ευρώ.
Οι γυναίκες ναγκάζονταν για να βγάλουν χρήματα να εργαστούν κρυφά σε άλλους οίκους ανοχής που δεν ανήκαν στην οργάνωση. Όταν το μάθαιναν οι μαστροποί τις απειλούσαν με ξυλοδαρμό.
Ένα από τα θύματα κατάφερε να φύγει. Πήγε στην Ισπανία ενημέρωσε την αστυνομία της Κολομβίας από εκεί και ήρθε πίσω στην Ελλάδα κρυφά για να καταθέσει. Είχαν μιλήσει πολλές στις αρχές.
Λόγω του ύψους των παράνομων εσόδων που αποκόμιζαν οι δράστες, υπήρχε επιτακτική ανάγκη νομιμοποίησής τους, η οποία επετεύχθη με τη σύσταση τριών εταιρειών, μέσω των οποίων προσπαθούσαν να αποκρύψουν την προέλευση των χρημάτων που αφειδώς ξόδευαν, κάνοντας πολυτελή βίο και αγόραζαν διαρκώς νέους οίκους ανοχής. Έχει αναλάβει έρευνα και η Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου χρήματος.
Ο ρόλος της κάθε εγκληματικής οργάνωσης
Πιο αναλυτικά, η πρώτη εγκληματική οργάνωση απαρτίζονταν από 9 άτομα, με τη δράση τους να τοποθετείται τουλάχιστον από τον Ιούλιο του 2020. Διατηρούσαν συνολικά δώδεκα (12) οίκους ανοχής, από τους οποίους οι δέκα (10) στην Αττική και δύο (2) στη Θεσσαλονίκη, καθώς και πέντε διαμερίσματα, όπου μετέφεραν και εγκαθιστούσαν τα θύματά τους.
Στους οίκους ανοχής εξανάγκαζαν τις γυναίκες να εκδίδονται έναντι του ποσού των πενήντα (50) ευρώ, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα την ύπαρξη υπέρογκου χρέους, που κυμαινόταν από 2.600 έως 2.800 ευρώ, ενώ αφαιρούσαν από αυτές το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που αποκόμιζαν.
Μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, δέχονταν απειλές και εξευτελιστικές συμπεριφορές, ώστε να τις εξαναγκάζουν σε καθημερινή εργασία ακόμα και όταν αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας.
Τα κέρδη που αποκόμιζαν από τη δράση τους ξεπερνούσαν τις 160.000 ευρώ μηνιαίως, από τα οποία 130.000 ευρώ προέρχονταν από τους οίκους ανοχής στην Αττική.
Αναφορικά με τον ρόλο που είχε κάθε μέλος της οργάνωσης, προέκυψε ότι τα δύο αρχηγικά μέλη διεύθυναν την εγκληματική οργάνωση, έλεγχαν τη δράση των μελών, έδιναν την τελική έγκριση για τη στρατολόγηση των εκδιδομένων γυναικών, καθόριζαν το χρέος της καθεμίας, ήταν ιδιοκτήτες-εκμεταλλευτές των οίκων ανοχής, διαχειρίζονταν τα παράνομα κέρδη και οργάνωναν τη νομιμοποίηση τους.
Στα υπόλοιπα μέλη είχαν κατά περίπτωση ανατεθεί συγκεκριμένοι ρόλοι και ειδικότερα τρεις στρατολόγοι, ένας ταμίας, τρεις υπεύθυνοι οίκων ανοχής, τέσσερις οδηγοί, μία επιτηρήτρια και ένας «αχυράνθρωπος» , ο οποίος εμφανιζόταν ως διαχειριστής των εταιριών, που η οργάνωση χρησιμοποιούσε, προκειμένου να νομιμοποιήσει τα έσοδα από τις παράνομες δραστηριότητες της.
Η δεύτερη εγκληματική οργάνωση αποτελούνταν από τέσσερα (4) μέλη, από τα οποία δύο (2) αρχηγικά, έχοντας διαρκή δράση τουλάχιστον από το 2021, με σκοπό την γενετήσια και οικονομική εκμετάλλευση γυναικών στους οχτώ (8) οίκους ανοχής που διατηρούσαν στο κέντρο της Αθήνας.
Τα άλλα δύο μέλη, τα οποία ήταν κοινά και στις δύο εγκληματικές οργανώσεις, αποτελούσαν τους στρατολογητές των γυναικών, τις οποίες μετέφεραν αεροπορικά στη χώρα μας και τις εγκαθιστούσαν σε τρία (3) διαμερίσματα που διατηρούσε η εν λόγω εγκληματική οργάνωση στην Καλλιθέα.
Από εκεί τις μετέφεραν στους οίκους ανοχής, έναντι αμοιβής πέντε (5) ευρώ ανά διαδρομή και τις εξανάγκαζαν να πραγματοποιούν δεκάδες ερωτικά ραντεβού, καθημερινά και χωρίς ρεπό, έναντι του ποσού των είκοσι (20) ευρώ.
Και σε αυτή την περίπτωση το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων παρακρατούνταν από αρχηγικό μέλος, με το πρόσχημα ύπαρξης χρέους, ύψους 1.600 ευρώ, το οποίο μάλιστα μειωνόταν κατά 300 ευρώ μόνο στην περίπτωση που κάποια εκδιδόμενη στρατολογούσε άλλη γυναίκα για λογαριασμό της οργάνωσης.
Υπεύθυνος για την κατάρτιση του προγράμματος των εκδιδομένων γυναικών, τη ρύθμιση του χρέους, τη λειτουργία των οίκων ανοχής και τη συγκέντρωση των εσόδων της οργάνωσης ήταν το ένα αρχηγικό μέλος, το οποίο στη συνέχεια παρέδιδε τα χρήματα στο έτερο αρχηγικό μέλος, για την περαιτέρω διαχείριση τους. Συγκεκριμένα, μέσω εταιρείας real estate που διατηρούσε, νομιμοποιούσε τα έσοδα της εγκληματικής ομάδας, ώστε να αποκρύψει την παράνομη προέλευση τους.
Τι βρέθηκε κατά τις έρευνες
Στο πλαίσιο της επιχείρησης πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε δεκατρείς (13) οίκους ανοχής και δέκα (10) οικίες, όπου βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
13.450 ευρώ,
2 αυτοκίνητα και μοτοσικλέτα,
μικροποσότητα χασίς,
σιδερογροθιά και πτυσσόμενη ράβδος,
δεκάδες κάμερες και καταγραφικά επιτήρησης.
δεκάδες ηλεκτρονικές συσκευές (κινητά τηλέφωνα, φορητοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές).
δύο (2) καταμετρητές χρημάτων
10 χρηματοκιβώτια,
πλήθος εγγράφων και ιδιόχειρων σημειώσεων αναφορικά με τη λειτουργία των οίκων ανοχής και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Στα θύματα του εγκληματικού δικτύου παρασχέθηκε αρωγή και προστασία ενώ μεταφέρθηκαν σε ξενώνες, μέχρι να ολοκληρωθεί ο επαναπατρισμός τους, κατόπιν επιθυμίας τους.
Οι συλληφθέντες οδηγούνται στον αρμόδιο Εισαγγελέα, ενώ οι έρευνες σε συνεργασία με αλλοδαπές Αρχές συνεχίζονται.
Σε βάρος των συλληφθέντων σχηματίσθηκε δικογραφία για τα -κατά περίπτωση- αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, της εμπορίας ανθρώπων, της παραβίασης σφραγίδων που έθεσε η Αρχή, της πρόληψης και καταστολής από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, της προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για παράβαση των νόμων για τα ναρκωτικά και τα όπλα, ενώ στη δικογραφία που σχηματίστηκε συμπεριλαμβάνονται 4 ακόμη άτομα του διεθνικού δικτύου, τα οποία αναζητούνται.