Σε κατάσταση σοκ παραμένει η σύζυγος του Απόστολου Λύτρα, μετά την υπόθεση ξυλοδαρμού της.
Η γυναίκα μίλησε στο Star και είπε ότι δεν είναι καλά, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά, τονίζοντας ότι «δεν γινόταν άλλο» και πως περιμένει τις εξελίξεις, καθώς «τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους».
Η δήλωση της συζύγου του Απόστολου Λύτρα
«Είμαι χάλια και σωματικά και ψυχικά. Προσπαθώ να διαφυλάξω τη σωματική και την ψυχική μου υγεία. Τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους. Δεν είμαι καλά. Πώς να είμαι καλά; Δεν γινόταν άλλο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ζήτησε αστυνομική προστασία και panic button η 37χρονη
Η 37χρονη είχε πει στην ανακρίτρια ότι φοβάται και θέλει περιπολικό έξω από το σπίτι. Το περιπολικό ήταν ήδη εκεί γιατί το πρωί θα την πήγαινε να την εξετάσει ιατροδικαστής και παρέμεινε εκεί.
Επίσης όταν είχε πάει αρχικά στο Α.Τ. Ομονοίας, είπε στον αστυνομικό να γράψει ότι τα τραύματα ήταν από πτώση, αλλά να γράψει επίσης ότι θέλει και κουμπί πανικού.
Ουσιαστικά του έλεγε ότι φοβάται. Η εφαρμογή δεν έχει μπει ακόμη στο κινητό της γιατί αρχικά το είχε πάρει ο Απόστολος Λύτρας.
Η κατάθεση της συζύγου του Απόστολου Λύτρα για την υπόθεση ξυλοδαρμού
Κατά πληροφορίες του T-Live, η σύζυγος του δικηγόρου φέρεται να υποστήριξε στην κατάθεσή της:
«Χθες 15-6-2024 πήγαμε στις 11 μαζί σε εστιατόριο στα νότια προάστια με μια μεγάλη παρέα.
Κάποια στιγμή γύρω στις 11:30 λογομαχήσαμε για μια ασήμαντη αφορμή και συγκεκριμένα γιατί εγώ κοίταγα το κινητό μου και ο σύζυγός μου δεν ξέρω τι θεώρησε, πάντως μου έκανε σκηνή ζηλοτυπίας. Η αλήθεια είναι ότι εγώ μιλούσα με την αδελφή που μου κρατούσε την κόρη μου για να βγούμε και μου έστελνε βιντεάκια με τη μικρή μου.
Μου ζήτησε επιτακτικά να φύγουμε, αλλιώς θα έκανε φασαρία μέσα στο μαγαζί.
Εγώ επειδή πραγματικά τον είδα σε κατάσταση άνευ λόγου έξαλλη, πράγματι τον ακολούθησα και φύγαμε, για να μην εκτεθούμε στους φίλους μας και τον υπόλοιπο κόσμο.
Μόλις έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο άρχισε να με βρίζει, μου έριξε την πρώτη μπουνιά στο πρόσωπο, άρχισε να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και σε μικρή απόσταση, σε ένα απόμερο μέρος δεξιά του δρόμου, που είχε λίγο χώρο, σταμάτησε το αυτοκίνητο και με χτύπησε στο πρόσωπο με τα χέρια του σε γροθιά.
Ολη αυτή την ώρα μου είχε πάρει το κινητό, η πόρτα ήταν κλειδωμένη, ούρλιαζα βοήθεια και τον παρακαλούσα να σταματήσει. Το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα, τα οποία κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι. Κάποια στιγμή ένιωθα ότι χάνω τις αισθήσεις μου. Προφανώς με είδε σε αυτή την κατάσταση και σταμάτησε.
Τον παρακαλούσα να με πάει στο νοσοκομείο και να μου δώσει το κινητό μου, για να ειδοποιήσω την αδελφή μου. Ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν σε τίποτα από όλα αυτά, παρότι του έλεγα ότι θα πεθάνω, γιατί αιμορραγούσα πάρα πολύ. Ακόμη και τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα.
Με οδήγησε στο σπίτι. Εγώ, όταν μπήκα μέσα, με όσες δυνάμεις είχα, γιατί ζαλιζόμουν πάρα πολύ και ήμουν πολύ χτυπημένη, του είπα ότι πάω να πλυθώ. Ανέβηκα στο δωμάτιο με σκοπό να πάρω το κουμπί πανικού που είναι συνδεδεμένο με τον συναγερμό και χτυπάει κατευθείαν στην αστυνομία. Ομως με πρόλαβε και το πήρε αυτός και συνέχισε να κρατάει το κινητό μου.
Ζαλιζόμουν πολύ και αιμορραγούσα πολύ από τη μύτη. Μου είπε να πλυθώ και να αλλάξω ρούχα. Εγώ τον παρακαλούσα να με πάει σε ένα νοσοκομείο, του είπα ότι, αν με πάει, δεν θα πω ότι με χτύπησε αλλά ότι έπεσα μόνη μου.
Πράγματι, μου είπε να κάνω ένα μπάνιο και να αλλάξω ρούχα και ότι θα με πάει στο νοσοκομείο. Μπήκαμε μαζί, στην είσοδο του νοσοκομείου είπα ότι θέλω να με δει γιατρός στα επείγοντα, επειδή έχω χτυπήσει στο κεφάλι. Με πήρε κατευθείαν γιατρός στο εξεταστήριο μόνη μου και δεν επέτρεψε στον άνδρα μου να μπει μαζί. Μπήκε μαζί και μια νοσοκόμα. Μόλις πλησίασε η νοσοκόμα, της είπα ότι με έχει χτυπήσει ο άνδρας μου και ότι τον φοβάμαι.
Μου είπαν ότι θα ειδοποιήσουν την αστυνομία, όπως πράγματι έκαναν αμέσως, και μου παρείχαν τις πρώτες βοήθειες.
Όταν ήρθε ο αστυνομικός και επειδή δεν ήθελα να καταλάβει κάτι ο άνδρας μου και να φύγει και δεν ήξερα αν εκείνη τη στιγμή έπρεπε να τον εμπιστευτώ, κυρίως δεν ήθελα να φύγει γιατί δεν είχα ειδοποιήσει την αδελφή μου για το τι είχε συμβεί, γιατί κρατούσε την κόρη μου, είπα στον αστυνομικό είμαι δικηγόρος, δεν θέλω να δώσω τώρα κατάθεση, εκείνη τη στιγμή, αλλά του είπα να πάρει την κατάθεση του γιατρού, ενώ εγώ θα πήγαινα να εξεταστώ από ιατροδικαστή. Σημειωτέον ότι αμέσως μόλις πήγα στον γιατρό έβγαλε φωτό με το κινητό του.
Οταν έφθασε η αστυνομία, έδωσε ο σύζυγός μου το κινητό μου στον γιατρό και έτσι έβγαλα και εγώ φωτογραφίες, τις οποίες θα τυπώσω και θα σας τις προσκομίσω.
Ο αστυνομικός επέμενε να δώσω κατάθεση εκείνη τη στιγμή. Του είπα να γράψει ότι έπεσα από τις σκάλες και ζήτησα να μου δώσουν κουμπί πανικού, έτσι ώστε να αντιληφθούν οι αστυνομικοί τι είχε συμβεί αλλά όχι ο άνδρας μου, φοβούμενη μήπως κάποιος τον ειδοποιήσει και φύγει από το νοσοκομείο. Για τον ίδιο λόγο στην κατάθεσή μου στους αστυνομικούς είπα ότι δεν επιθυμώ εξέταση από τον ιατροδικαστή.
Ο γιατρός ενημέρωσε ότι έχω υποστεί διάσειση, αιμάτωμα στο κρανίο, κάταγμα ρινός, μώλωπες στα μάτια, στα χείλη, θλαστικά τραύματα στα χέρια και στο κρανίο.
Ο γιατρός με ενημέρωσε ότι οι αστυνομικοί πήραν τον σύζυγό μου και εγώ τις πρωινές ώρες υπέγραψα να φύγω, αφού είχα ειδοποιήσει την αδελφή μου και μια φίλη μου».