Του Γιώργου Οικονόμου
Παρ’ όλο που οι αιτίες της ανόδου του λαϊκισμού διαφέρουν από κράτος σε κράτος και θα ήταν λάθος να τις ομογενοποιήσει κανείς αφού έχουν διαφορετικά βεληνεκή, είναι φανερό ότι αποτελούν μία πολιτική οικογένεια – Orbán, Erdoğan, Kaczyński, Trump, Modi, Bolsonaro.
Υπάρχει μια κοινή γραμμή μεταξύ των δεξιόστροφων λαϊκιστών που έχει αναπτυχθεί σε μια στρατηγική που μπορεί να ονομασθεί κοινή ηγεμονική – λαϊκιστική τέχνη του κυβερνάν. Είναι αυτή η μέθοδος που παράγει την οικογενειακή ομοιότητα.
Βασίζεται στον εθνικισμό (συχνά με ρατσιστικές αιχμές), στον έλεγχο της κρατικής μηχανής για την εξυπηρέτηση των οπαδών της και, λιγότερο εμφανώς, στοχεύοντας στον έλεγχο της οικονομίας για την εξασφάλιση πολιτικής ισχύος. Είναι μία σύνθεση πολιτισμικού πολέμου, προστατευτισμού και μαζικής πελατειακής διευθέτησης.
Η νέα λαϊκίστικη Διεθνής της οποίας τα μέλη δανείζονται, δοκιμάζουν, εφαρμόζουν και τελειοποιούν τις τεχνικές των κυβερνήσεών τους πρέπει να προκαλέσει ανησυχίες στην αυτάρεσκη φιλελεύθερη – δημοκρατική αντίληψη για τις μεθόδους διακυβέρνησης.
Οι σημερινοί αντι-δημοκράτες γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν μπορούν εμφανώς να διεξάγουν μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων: κάτι τέτοιο θα ήταν μια άνευ λόγου υπενθύμιση των δικτατοριών του 20ού αιώνα. Καταστολή μεγάλης κλίμακας, όπως ασκείται από τον Erdoğan από το 2015, εκλαμβάνεται ως ένδειξη αδυναμίας, όχι δυνάμεως.
Η απολυταρχία πορεύεται με την «κλεπτοκρατία». Η απουσία νομικών και πολιτικών περιορισμών δημιουργεί εύφορο κλίμα για συναλλαγές, κάτι που με τη σειρά του ενισχύει την ανάγκη του ηγέτη να διατηρεί αυστηρό έλεγχο στη δικαστική εξουσία και στο πολιτικό σύστημα ούτως ώστε να αποφύγει την τιμωρία όταν η εξουσία τον εγκαταλείψει.
Υπάρχει επίσης και πολιτική λογική: περιπλέκοντας άλλους στην εγκληματικότητα τούς δένει με το καθεστώς, επιβάλλοντας νομιμοφροσύνη. Ομαδικό πελατολόγιο και ανταμοιβή των οπαδών βοηθά να έχει τις μάζες μαζί του. Ένας μεγάλος αριθμός κυβερνητικών συμβολαίων παραχωρούνται σε κάποιους χωρίς διαγωνισμό. Συγχρόνως, απειλώντας εκείνους οι οποίοι δεν υποστηρίζουν τη λαϊκίστικη διακυβέρνηση με την απώλεια της εργασίας τους ή των ευεργετημάτων τους επιλύει το πρόβλημα πώς να διατηρούν τον έλεγχο της κοινωνίας χωρίς άμεση καταπίεση. Οι θεσμοί του κράτους και των νόμιμων μέσων χρησιμοποιούνται για παράνομoυς σκοπούς.
Οι χώρες – μαφίες ελέγχονται από «πολιτικές οικογένειες». Περιλαμβάνουν συνήθως τις οικογένειες των κυβερνώντων, όπως με τον Erdoğan και τον Orban. Απόλυτη πίστη προσφέρεται σε αντάλλαγμα οικονομικής ανταμοιβής κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης και, εξίσου αναγκαίο, μελλοντικής προστασίας. «Το κύριο όφελος του ελέγχου ενός μοντέρνου κράτους δεν είναι η δύναμη να κυνηγήσει τον αθώο. Είναι η δύναμη να προστατεύσει τον ένοχο». Η παραβίαση των κανόνων εκθέτει τα μέλη της πολιτικής οικογένειας που αναγκαστικά παραμένουν ενωμένα για κοινή προστασία.
Σήμερα υπάρχουν καθεστώτα με δύο όψεις. Η μια όψη του Ιανού παραμένει σε πολλές εκφάνσεις της «δημοκρατική», και η άλλη όψη, κυρίως για οικονομικά θέματα, εφαρμόζει την αυθαίρετη άσκηση της εξουσίας. Η νομιμοφροσύνη στην πολιτική οικογένεια είναι καθοριστική για οικονομική επιτυχία και οι τιμωρίες είναι γενικώς προβλέψιμες. Αντί να στέλλονται μπράβοι για να εισπράττουν τα μετρητά, η κυβέρνηση απλώς ειδοποιεί τις φορολογικές Αρχές, οι οποίες πάντοτε θα ανακαλύψουν κάτι μεμπτό.
Οι δεξιοί λαϊκιστές ισχυρίζονται ότι μόνο αυτοί αντιπροσωπεύουν τους «σωστούς ανθρώπους» ή την «σιωπηλή πλειοψηφία». Οι αντίπαλοί τους αποδομούνται ως «διεφθαρμένοι». Όποιος δεν δέχεται την αφομοίωση, σύμφωνα με τους όρους τους, διώκεται.
Οι λαϊκιστές προσπαθούν να αλώσουν τη διοικητική μηχανή. Μια από τις πρώτες αλλαγές που επέφερε ο Orbán και το κόμμα του όταν ανήλθε στην εξουσία το 2010 ήταν να αλλάξει τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα με τρόπο που να επιτρέψει την τοποθέτηση δικών του ανθρώπων σε πόστα που υποτίθεται ότι ήταν ανεξάρτητα κομματικώς. Η δικαιολογία ήταν ότι η φιλελεύθερη αριστερά ήλεγχε το κράτος και έπρεπε να επέλθει κάθαρση. Θυμάστε το παράπονο της συντρόφου του Έλληνα Πρωθυπουργού «Ο Σύριζα πήρε την κυβέρνηση αλλά δεν πήρε την εξουσία»!
Η αντίσταση της κοινωνίας παρουσιάζει δυσκολίες στους λαϊκιστές και δυνητικά υποσκάπτει τον ισχυρισμό τους ότι είναι οι μόνοι εκπρόσωποι του λαού. Προσπαθούν να αποδείξουν ότι εκείνο που εμφανίζεται ως λαϊκή αντίσταση στους δρόμους δεν έχει να κάνει με την «αληθινή» κοινωνία. Οι λαϊκιστές καταβάλλουν προσπάθειες να απαξιώσουν Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (NGO) εμφανίζοντάς τες ως όργανα ξένων κυβερνήσεων και, πολλές φορές αναγκάζοντές τες να εγγραφούν ως «ξένοι πράκτορες».
Υπάρχουν πολλοί που έχουν ασπασθεί τις απόψεις της άκρας δεξιάς; Σε αντίθεση με τη θεωρία του ντόμινο που έχει αναπτυχθεί από τους ειδικούς αναλυτές, και από τους ίδιους τους λαϊκιστές, αρχικώς με το Brexit, με τον Trump, μετά την Le Pen, κ.λπ., το γεγονός παραμένει ότι κανείς ακροδεξιός λαϊκιστής δεν έχει κατορθώσει να ανέλθει στην εξουσία πουθενά στη Δυτική Ευρώπη ή τη Βόρειο Αμερική, χωρίς τη συνεργασία συντηρητικών ελίτ.
*Δικηγόρος.