Καθώς βγαίνουμε από την πανδημία, έχουμε την υποχρέωση προς τους Έλληνες πολίτες να ενισχύσουμε περαιτέρω το Εθνικό Σύστημα Υγείας, να το κάνουμε πιο ανθεκτικό και να εξασφαλίσουμε ότι δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση στην ποιότητα της περίθαλψης», δήλωσε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τα εγκαίνια των ανακαινισμένων εγκαταστάσεων όπου στεγάζεται πλέον το Κέντρο για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών, το οποίο έχει ιδρύσει στην Αθήνα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Στον χαιρετισμό του ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε «στο εκπληκτικό έργο που έγινε από όλους τους επαγγελματίες υγείας μας» για την αντιμετώπιση της πανδημίας, και επισήμανε ότι την προηγούμενη διετία αναδείχθηκαν τα δυνατά σημεία του ΕΣΥ, όμως ταυτόχρονα φάνηκαν και οι αδυναμίες του, μία εκ των οποίων είναι η άνιση πρόσβαση σε ποιοτική φροντίδα. Τόνισε δε στη συνέχεια ότι δεν έχουμε τελειώσει με τον κορωνοϊό και πρέπει να μάθουμε να συνυπάρχουμε μαζί του. «Όλοι δώσαμε μάχη για δύο και πλέον χρόνια με έναν άγνωστο εχθρό και δεν έχουμε τελειώσει ακόμα. Και πρέπει να αναλογιστούμε πώς θα είναι να συνυπάρχουμε με τον Covid μακροπρόθεσμα. Τι θα σημαίνει αυτό για τις πολιτικές εμβολιασμού όταν θα έρθει το φθινόπωρο. Τι σημαίνει αυτό όσον αφορά τις βασικές προφυλάξεις», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο Πρωθυπουργός έκανε εκτενή αναφορά στη φιλοσοφία που διέπει τις αλλαγές στο ΕΣΥ. «Θέλω να διασφαλίσω ότι στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από το πού μένει κανείς, ανεξάρτητα από το αν έχει πρόσβαση σε περιφερειακό νοσοκομείο ή σε κορυφαίο πανεπιστημιακό νοσοκομείο σε μια από τις μεγάλες πόλεις μας, θα έχουμε ενιαίες προδιαγραφές στην ποιότητα της περίθαλψης», σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Αυτό βέβαια σημαίνει ότι προσεγγίζουμε την υγειονομική περίθαλψη ως κάτι συνεχές, ξεκινώντας από τη δημόσια υγεία και την πρόληψη, περνώντας στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, όπου ξεκινάμε μια πολύ σημαντική μεταρρύθμιση. Επανεξετάζοντας τον τρόπο λειτουργίας των νοσοκομείων μας και τη μετανοσοκομειακή φροντίδα», συμπλήρωσε.