Φρουροί και καγκελόπορτες εμπόδισαν την έξοδο των ενοίκων από πολυκατοικίες σε καραντίνα.
Οργή στους χρήστες κοινωνικών δικτύων της Κίνας προκαλούν βίντεο που δείχνουν κατοίκους του Τσενγκντού εγκλωβισμένους πίσω από κλειδωμένες πόρτες αμέσως μετά τον σεισμό των 6,6 βαθμών Ρίχτερ που προκάλεσε τουλάχιστον 65 θανάτους την Δευτέρα.
Φρουροί που βρίσκονταν μπροστά από τις καγκελόπορτες πολλών πολυκατοικιών αρνήθηκαν να επιτρέψουν στον κόσμο την έξοδο λόγω των περιορισμών της πανδημίας.
Πολλά συγκροτήματα κατοικιών στην μεγαλούπολη των 21 εκατομμυρίων κατοίκων έχουν σφραγιστεί από τις κινεζικές αρχές στο πλαίσιο του αυστηρού lockdown που επιβλήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα. Ένα και μόνο κρούσμα είναι αρκετό για να τεθούν σε κατ’ οίκον περιορισμό όλοι οι ένοικοι.
Βίντεο που αναρτήθηκαν στο Douyin, την κινεζική βερσιόν του TikTok, δείχνουν πανικόβλητους κατοίκους να φωνάζουν ότι πρέπει να βγουν έξω.
«Γρήγορα, ανοίξτε, γίνεται σεισμός» ακούγεται να φωνάζει κάποιος σε ένα από τα βίντεο, για να λάβει την απάντηση του φρουρού «Τέλειωσε, ο σεισμός ήδη τέλειωσε».
Σε ένα άλλο βίντεο, κάποιος φωνάζει από τα μεγάφωνα «Επιστρέψτε στο σπίτι και μην συγκεντρώνεστε εδώ, απλά έγινε σεισμός».
Αναφορές για τραυματισμούς από τον σεισμό λόγω των μπλόκων δεν υπήρξαν, επισημαίνει το BBC, ωστόσο οι χρήστες του Weibo, του κινεζικού αντίστοιχου του Twitter, δεν δίστασαν να εκφράσουν την οργή τους για τους χειρισμούς των αρχών.
«Υποθέτω ότι δεν πειράζει να πεθάνω μέσα στο κτήριο, τουλάχιστον δεν μολύνθηκαν» έγραψε σαρκαστικά ένας σχολιαστής.
Η Επιτροπή Υγείας του Τσενγκντού, πρωτεύουσας της επαρχίας Σετσουάν, επιχείρησε αργότερα να διασκεδάσει τις εντυπώσεις αναρτώντας μήνυμα στο WeChat με το οποίο διευκρίνισε ότι «προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στην προστασία των ανθρώπινων ζωών σε περίπτωση σεισμού, πυρκαγιάς, πλημμύρας και άλλων καταστροφών».
Η Κίνα είναι σήμερα η μόνη οικονομία που εξακολουθεί να επιδιώκει μηδενισμό των κρουσμάτων Covid, αντί να αρχίσει να προσαρμόζεται στη συμβίωση με τον ιό.
Τα μέτρα έχουν πάντως αποδώσει, καθώς η χώρα έχει αναφέρει λιγότερους από 15.000 θανάτους.