ΑΑΔΕ: Πρώτο βήμα για την εφαρμογή του ψηφιακού δελτίου αποστολής

Μέσα στην επομένη εβδομάδα θα δημοσιοποιηθούν οι προδιαγραφές που θα πρέπει να ακολουθήσουν επιχειρήσεις και επαγγελματίες σε ό,τι αφορά την ψηφιακή διακίνηση αγαθών δηλαδή την ψηφιακή έκδοση δελτίου αποστολής.

Σύμφωνα με το προγραμματισμό της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, το ψηφιακό δελτίο αποστολής θα ενεργοποιηθεί πιλοτικά μέσα στην άνοιξη και πλήρως έως το τέλος του έτους.

Πρόκειται για ένα σύστημα ηλεκτρονικής παρακολούθησης της διακίνησης αγαθών που ετοιμάζει η ΑΑΔΕ. Προβλέπει την ανάπτυξη ενός ελεγκτικού πλαισίου για τις διακινήσεις φορτίων στην Ελλάδα σε σχέση με τον τύπο και την πληροφορία των συνοδευτικών παραστατικών, τις διαδικασίες διαχείρισης των εγγράφων μεταφοράς, το σύστημα παρακολούθηση των διακινήσεων.

Σε πρώτη φάση οι επιχειρήσεις θα μπορούν να διαβιβάζουν ηλεκτρονικά στη φορολογική διοίκηση το δελτίο αποστολής με όλα τα δεδομένα που περιλαμβάνονται και στο χειρόγραφο δελτίο. Μελλοντικά όμως η εφαρμογή θα επεκταθεί ώστε η εφορία να γνωρίζει πότε θα φύγει ένα φορτίο, τα στοιχεία του οδηγού, το ωφέλιμο φορτίο και που βρίσκεται ανά πάσα στιγμή το φορτηγό. Ακόμα και η αλλαγή του βάρους του φορτίου θα είναι σε γνώση της εφορίας.

Το ψηφιακό δελτίο αποστολής συμπεριλαμβάνεται στο συνολικό ψηφιακό οπλοστάσιο εφορία που σχεδιάζει συντομότερου ελέγχους. Σημειώνεται πως με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο θεσπίζεται ανώτατο χρονικό όριο διάρκειας για κάθε φορολογικό έλεγχο. Η διάρκεια του ελέγχου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1 έτος. Το όριο αυτό μπορεί να παραταθεί για 1 εξάμηνο σε ειδικές περιπτώσεις που αυτό κρίνεται αναγκαίο και περαιτέρω για άλλο 1 εξάμηνο σε εξαιρετικά έκτακτες περιπτώσεις που έχουν να κάνουν με ανωτέρα βία.

Επίσης αυξάνεται από 5 σε 10 εργάσιμες ημέρες το χρονικό περιθώριο που θα παρέχεται στους φορολογούμενους για την παροχή πληροφοριών και στοιχείων και την προσκόμιση παραστατικών και εγγράφων στη Φορολογική Διοίκηση, σε περίπτωση διενέργειας φορολογικού ελέγχου.

Επιπλέον, αποσαφηνίζονται οι έννοιες του «πλήρους» του «μερικού» και του «επιτόπιου» φορολογικού ελέγχου και προβλέπεται ότι η φορολογική αρχή δεν μπορεί να διενεργήσει επανέλεγχο στο φορολογούμενο για την ίδια φορολογική χρήση και τα ίδια φορολογικά αντικείμενα, εφόσον δεν έχουν περιέλθει στη διάθεσή της νέα στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η φορολογητέα ύλη που προσδιορίστηκε από τον έλεγχο υπολείπεται της πραγματικής. Κάθε έλεγχος δηλαδή θα είναι οριστικός, θα κλείνει οριστικά την υπόθεση, υπό την επιφύλαξη μόνο της διαπίστωσης νέων στοιχείων μέχρι τη λήξη της προθεσμίας παραγραφής.

πηγή