Ομιλητής στο Σ/Ν του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων με τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: Ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία και λοιπές διατάξεις» ήταν ο Βουλευτής Ευβοίας Θανάσης Ζεμπίλης.
Τονίζοντας τη σημασία διασύνδεσης της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, ο Βουλευτής Ευβοίας ανέφερε στην Ολομέλεια της Βουλής το παράδειγμα του συγκροτήματος «Ευρίπου» στα Ψαχνά Ευβοίας: «Υπάρχει μία παγκόσμια τάση, που βλέπουμε ιδίως σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία, μεγάλα πανεπιστήμια να δημιουργούν δορυφορικές εγκαταστάσεις σε άλλες πόλεις ή κοντινές περιοχές, με στόχο την διεύρυνση των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και την ανάπτυξη της έρευνας. Η λειτουργία, μακριά από την ακαδημαϊκή μητρόπολη, πανεπιστημιακών τμημάτων ανταποκρίνεται στις εξελίξεις της επιστήμης και της έρευνας, καθώς και τις ανάγκες της σύγχρονης οικονομίας και κοινωνίας.
Στην χώρα μας την δοκιμασμένη αυτή πρακτική εφαρμόζει επιτυχώς και το ΕΚΠΑ, με τη λειτουργία του συγκροτήματος του «Ευρίπου» στα Ψαχνά Ευβοίας. Το Συγκρότημα «Ευρίπου», διαθέτοντας τμήματα με σύγχρονα επιστημονικά αντικείμενα, συμβάλλει σημαντικά στην καλύτερη και αποτελεσματικότερη διασύνδεση του ΕΚΠΑ με την εγχώρια παραγωγή, τις σύγχρονες επιχειρήσεις, τη σύγχρονη αγορά παραγωγικής εργασίας. Ενδεικτικά θα αναφέρω το πρωτοπόρο τμήμα της αεροδιαστημικής επιστήμης, που είναι άμεσα συνδεδεμένο με την μεγαλύτερη αεροναυπηγική και αμυντική εταιρεία της χώρας, την ΕΑΒ, γεγονός που επιφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ανάπτυξη και την οικονομία της χώρας. Επίσης, το νέο τμήμα τεχνολογιών Ψηφιακής Βιομηχανίας, που στοχεύει να αποτελέσει σημείο αναφοράς στην εκπαίδευση της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, προωθώντας την έρευνα στη ρομποτική, τα drones, τα ευρυζωνικά δίκτυα, τον ψηφιακό μετασχηματισμό υπηρεσιών της χώρας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα ίδρυμα, του κύρους και της διεθνούς φήμης του ΕΚΠΑ, αποτελεί εκ των πραγμάτων για την τοπική μας κοινωνία παράθυρο επικοινωνίας και συνάντησης με την παγκόσμια κοινότητα. Αποσκοπεί δε, δια του καλού παραδείγματος, να επηρεάσει συλλήβδην την ανώτατη εκπαίδευση, προσδίδοντας βαθμούς ελευθερίας και πνεύμα νεωτερισμού, αλλαγής και καινοτομίας».
Στη συνέχεια, τονίζοντας τη συμβολή του Σ/Ν του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων στην αναβάθμιση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής: «οι συνθήκες του 2022 είναι εντελώς διαφορετικές από τις συνθήκες του 1982 και του 2011, όταν είχαμε αντίστοιχες νομοθετικές πρωτοβουλίες. Το πανεπιστήμιο πλέον καλείται να συγχρονιστεί με την κοσμογονία που συντελείται σε ένα διεθνοποιημένο και ανταγωνιστικό περιβάλλον. Οι εξελίξεις στην 4η βιομηχανική επανάσταση τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, σε βαθμό που να μην γνωρίζει ένας νέος άνθρωπος σε ποιο κόσμο θα ζήσει και θα εργαστεί αύριο. Αυτό σημαίνει ότι ένα σημαντικό εφόδιο είναι η προσαρμοστικότητα.
Η εκπαίδευση στη χώρα μας είναι προφανές ότι δεν μπορεί να καθορίσει αυτές τις εξελίξεις, οφείλει όμως να τις ακολουθεί. Αυτό θα περίμενε κανείς να είναι και το πρώτο μέλημα του Υπουργείου Παιδείας, να προετοιμάζει δηλαδή τα πανεπιστήμια για αυτή τη νέα εποχή. Μια εποχή που απαιτεί, μεταξύ άλλων, ψηφιακές δεξιότητες και εμπειρίες στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι οι τεράστιες σύγχρονες προκλήσεις ξεπερνούν κατά πολύ τα μικροφέουδα του βαθέως πανεπιστημίου και τα κεκτημένα ενός μίζερου παρελθόντος. Αλήθεια, στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, τι θέση μπορούν να έχουν η κουλτούρα της ήσσονος προσπάθειας, οι λευκές κόλλες εισαγωγής στα ΑΕΙ, οι αιώνιοι φοιτητές, οι μπαχαλάκηδες, τι θέση μπορούν να έχουν οι καταληψίες; Στην εποχή της ευφυούς εκμάθησης, τι θέση θα μπορούσε να έχει το δίλημμα: βαριοπούλα ή βιβλιοθήκη στο βιολογικό του ΑΠΘ. Προς την αντίθετη κατεύθυνση και με το βλέμμα στο μέλλον κινείται το παρόν Σ/Ν, που συνιστά τομή στο τρόπο ακαδημαϊκής, διοικητικής και λειτουργικής διάρθρωσης των πανεπιστημίως.
Με το παρόν Σ/Ν τίθενται φίλτρα και ασφαλιστικές δικλείδες αξιοκρατίας, αντικειμενικότητας και διαφανούς λειτουργίας. Επιπλέον, παραχωρείται μεγαλύτερη αυτονομία και ευελιξία, ώστε να απελευθερωθεί το πανεπιστήμιο από τον συγκεντρωτισμό και την παραλυτική γραφειοκρατία. Θα μπορεί πλέον το πανεπιστήμιο να ιδρύει ερευνητικά ινστιτούτα και προγράμματα σπουδών από μόνο του, χωρίς την έγκριση του υπουργείου.
Περαιτέρω, ο εκσυγχρονισμός των γνωστικών αντικειμένων, η δυνατότητα για εσωτερική κινητικότητα φοιτητών, για περισσότερα μαθήματα επιλογής, για διπλά πτυχία, για διεπιστημονικές σπουδές κατατείνουν στην αναβάθμιση των ΑΕΙ και τη σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό χώρο. Τα ξενόγλωσσα προγράμματα, η προσέλκυση διακεκριμένων καθηγητών της αλλοδαπής, τα προγράμματα συνεργασίας με ΑΕΙ του εξωτερικού και εν γένει η διεθνοποίηση αποτελεί επίσης ένα ποιοτικό άλμα για την εκπαίδευση. Ακόμα, οι διατάξεις για την πρακτική άσκηση, τα επαγγελματικά μεταπτυχιακά, τα βιομηχανικά διδακτορικά, η ενίσχυση της συνεργασίας των πανεπιστημίων με την αγορά και την Ελληνική Βιομηχανία διανοίγουν νέους ορίζοντες».