Ιταλία: Πέθανε σε ηλικία 53 ετών ο πρώην ποδοσφαιριστής Σίνισα Μιχαΐλοβιτς

Την τελευταία του πνοή σε ηλικία 53 ετών άφησε ο Σίνισα Μιχαΐλοβιτς, όπως μεταδίδουν τα ΜΜΕ στην Ιταλία.

Ο Σέρβος προπονητής και βετεράνος διεθνής ποδοσφαιριστής έδινε μάχη με τον καρκίνο τα τελευταία χρόνια, την οποία και έχασε. Η είδηση προκαλεί θλίψη στο ποδόσφαιρο της Ιταλίας και της Σερβίας.

Ο Μιχαΐλοβιτς πέθανε σήμερα, Παρασκευή, στη Ρώμη, καθώς υπέκυψε στην επιθετική μορφή λευχαιμίας που τον ταλαιπωρούσε από τον Μάρτιο του 2019.
Ο Σέρβος νοσηλευόταν στην κλινική «Paideia» από τις 11 Δεκεμβρίου, λόγω μιας λοίμωξης, καθώς το ανοσοποιητικό του σύστημα ήταν αδύναμο εξαιτίας της ασθένειας που τον ταλαιπωρούσε και των θεραπειών στις οποίες είχε υποβληθεί.

Στις 29 Οκτωβρίου 2019 έκανε μεταμόσχευση μυελού των οστών στο «Sant’Orsola» στην Μπολόνια, στις 22 Νοεμβρίου παραιτήθηκε από την τεχνική ηγεσία της ομάδας, ενώ στις αρχές του 2022 επέστρεψε ξανά ο εφιάλτης.

Σίνισα Μιχαΐλοβιτς: Η ανακοίνωση της οικογένειας για τον θάνατό του

Η ανακοίνωση της οικογένειας, που έσβησε και την τελευταία ελπίδα πως ο Σίνισα θα βγει άλλη μια φορά νικητής, αναφέρει: «Η σύζυγός του Αριάννα, με τα παιδιά τους Βικτορίγια, Μίροσλαβ, Ντούσαν και Νίκολας, την εγγονή τους Βιολάντε, τη μητέρα του Βικτορίγια και τον αδερφό του Ντράζεν, με πόνο ανακοινώνουν τον άδικο και πρόωρο θάνατο του συζύγου, πατέρα, γιου και υποδειγματικού αδερφού, Σίνισα Μιχαΐλοβιτς.

»Ένας μοναδικός άνθρωπος, ένας εξαιρετικός επαγγελματίας, διαθέσιμος και καλός σε όλους. Πάλεψε με θάρρος ενάντια σε μια φρικτή ασθένεια. Ευχαριστούμε τους γιατρούς και τις νοσοκόμες που τον ακολούθησαν όλα αυτά τα χρόνια, με αγάπη και σεβασμός. Ο Σίνισα θα παραμένει πάντα μαζί μας. Ζωντανός με όλη την αγάπη που μας έχει δώσει».

Σίνισα Μιχαΐλοβιτς: Ένας δυναμικός παίκτης στα γήπεδα και στη ζωή

Παρότι στην καριέρα του αγωνίστηκε κυρίως ως κεντρικός αμυντικός (αριστερό μπακ και κατά συνθήκη αμυντικό χαφ οι άλλες του θέσεις), έπαιξε… επιθετικά και χωρίς κανέναν φόβο τον καρκίνο. Είχε μεγάλη έφεση στο σκοράρισμα μέσω εκτελέσεων φάουλ, διαθέτοντας ένα εξαιρετικό αριστερό πόδι.

Σαν παίκτης αγωνίστηκε κατά σειρά σε Μπορόβο (1986-88), Βοϊβοντίνα (1988-90), Ερυθρό Αστέρα (1990-92), Ρόμα (1992-94), Σαμπντόρια (1994-98), Λάτσιο (1998-04) και Ίντερ (2004-06). Ως διεθνής με την ενωμένη τότε Γιουγκοσλαβία είχε 63 συμμετοχές με 9 γκολ, ενώ με την Εθνική Σερβίας-Μαυροβουνίου (ήταν μια χώρα τότε) μέτρησε 4 συμμετοχές και 1 γκολ.

Ως προπονητής εργάστηκε σε Μπολόνια (2008-09, 2019-22), Κατάνια (2009-10), Φιορεντίνα (2010-11), Σαμπντόρια (2013-15), Μίλαν (2015-16), Τορίνο (2016-18) και Σπόρτινγκ Λισαβόνας (2018). Επίσης, κάθισε στον πάγκο και της Εθνικής Σερβίας (2012-13).

Με τον Ερυθρό Αστέρα κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών τη σεζόν 1990-91, επικρατώντας της Μαρσέιγ στα πέναλτι στον τελικό, με τον Μιχαΐλοβιτς να ευστοχεί στην τέταρτη εκτέλεση. Με τον σύλλογο του Βελιγραδίου κατέκτησε και το Διηπειρωτικό Κύπελλο (1991), ενώ στην Ιταλία ως παίκτης της Λάτσιο έβαλε στη συλλογή του τόσο το Κύπελλο UEFA (1998-99) όσο και το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1999).